ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗΣ (MOBBING) ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΕΙΝΑΙ ΝΟΜΙΜΗ Η ΑΠΟΛΥΣΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΤΕΛΕΧΟΥΣ;
September 11, 2018
Ο ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ ΕΧΕΙ ΑΣΧΗΜΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΜΟΥ. ΤΙ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΚΑΝΩ;
September 11, 2018
Share

του Γιάννη Κ. Καρούζου, Δικηγόρου – Εργατολόγου

Με τον όρο Mobbing αποδίδεται το φαινόμενο της ηθικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας, της «απλής» ή «μη σεξουαλικής» παρενόχλησης ως μορφή απαγορευμένης διάκρισης στην εργασία. Το φαινόμενο αυτό, το οποίο εμφανίζει στις μέρες μας ολοένα αυξανόμενη σημασία και επικαιρότητα, επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, καθ’ ότι ευθύνεται για την πρόκληση έντονου εργασιακού stress, εν γένει για την εκδήλωση σοβαρών εργασιακών παθήσεων. Προς τούτο, αναγκαία κρίνεται η ανάδειξη του φαινομένου, προκειμένου για την δραστική αντιμετώπιση αυτού εντός της επιχείρησης.

Ο όρος Μοbbing χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον εθνολόγο Konrad Lorenz, προκειμένου να περιγράψει την εχθρική συμπεριφορά μιας αγέλης ζώων έναντι ενός αδυνάτου μέλους αυτής, προκειμένου να το αποβάλει. Ως ηθική παρενόχληση (Μοbbing) στην εργασία νοείται η συστηματικά επαναλαμβανόμενη και διαρκής κακομεταχείριση, παρενόχληση, (ψυχολογική) βία, εχθρική, βάναυση, προσβλητική, εκφοβιστική, ανάρμοστη ή απλώς ανοικεία συμπεριφορά εργοδότη σε βάρος εργαζομένου ή ομάδας εργαζομένων, προϊσταμένου σε βάρος υφισταμένου, και αντιστρόφως, ή ομοιοβάθμων συναδέλφων μεταξύ τους ή και εκ μέρους τρίτων, λ.χ. πελατών ή προμηθευτών, έναντι εργαζομένων, με στόχο ή αποτέλεσμα τον στιγματισμό, την περιθωριοποίηση, την απομόνωση και τελικά την αποπομπή από τον χώρο εργασίας ή και από την επιχείρηση γενικότερα. Έχει ως αποτέλεσμα τη μεταβολή προς το δυσμενέστερο των όρων και συνθηκών παροχής της εργασίας του θύματος μέσω της δημιουργίας ενός εχθρικού, επιθετικού, εκφοβιστικού ή ταπεινωτικού περιβάλλοντος που προσβάλλει την αξιοπρέπεια, την τιμή, την υγεία ή άλλα στοιχεία του δικαιώματος στην προσωπικότητα, χωρίς να αποκλείεται η προσβολή και άλλων εννόμων αγαθών, συμφερόντων ή δικαιωμάτων του. Το φαινόμενο Mobbing στην εργασία, ως παθολογικό φαινόμενο του εργασιακού περιβάλλοντος, καθώς και τις σοβαρές επιπτώσεις αυτού στην ψυχοσωματική υγεία των εργαζομένων πρώτος προσέγγισε ο ψυχολόγος, ειδικευμένος σε ζητήματα ψυχολογίας της εργασίας, ψυχίατρος και εργασιολόγος, Heinz Leymann.

Θύμα ηθικής παρενόχλησης στην εργασία, μπορεί κατά κανόνα να πέσει κάθε εργαζόμενος, ανεξαρτήτως κλάδου ή μεγέθους επιχείρησης, ιεραρχικής θέσης, φύλου, εθνικής καταγωγής, γενετήσιου προσανατολισμού ή άλλων ατομικών χαρακτηριστικών. Εντούτοις, ορισμένες ομάδες εργαζομένων ενδεχομένως διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εκτεθούν σε συμπεριφορές ηθικής παρενόχλησης, όπως για παράδειγμα, οι γυναίκες, οι νεότεροι – συνήθως μαθητευόμενοι – , και οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι, εν γένει οι εργαζόμενοι που ανήκουν σε μειοψηφούσες στο περιβάλλον εργασίας ομάδες, όπως άτομα που διαφέρουν από την κυρίαρχη ομάδα λόγω πολιτικών πεποιθήσεων, εθνικότητας, σεξουαλικών επιλογών, ύπαρξης αναπηρίας κλπ..

Όσον αφορά στις ειδικότερες μορφές με τις οποίες μπορεί να εκδηλωθεί το φαινόμενο στον εργασιακό χώρο, λεκτέο ότι στην έννοια της ηθικής παρενόχλησης εντάσσονται συμπεριφορές που εκδηλώνονται συνήθως υπό το κάλυμμα της εργοδοτικής ή διευθυντικής απόφασης, ιδίως ως εκδήλωση του διευθυντικού δικαιώματος, εν γένει αντισυμβατικές ή παράνομες ή καταχρηστικές συμπεριφορές. Ενδεικτικά αναφέρεται η συνειδητή και επαναλαμβανόμενη ταπείνωση του θύματος, η προσβλητική μεταχείριση, η ειρωνεία, η συκοφαντία, οι απειλές (μεταξύ άλλων οι πειθαρχικές απειλές και οι απειλές απόλυσης) μέσω της άσκησης ψυχολογικής βίας στο θύμα, η αναξιοπρεπής μεταχείριση, η ανάθεση προσβλητικών ή ανούσιων εργασιών και υποτιμητικών καθηκόντων, η άρνηση ανάθεσης εργασίας, η υπερφόρτωση υποχρεώσεων με προθεσμίες που δεν μπορούν να τηρηθούν, η προσβολή της τιμής και επαγγελματικής αξίας του θύματος με διάδοση δυσφημιστικών φημών, ή μέσω υποβολής ψευδών και προσχηματικών μηνύσεων, η παντελής αγνόηση ή παράκαμψη εργαζομένου κατά τη λήψη απόφασης για την οποία έχει αρμοδιότητα ή ευθύνη συναπόφασης, ο επανειλημμένος υποσκελισμός στις προαγωγές παρά την εμφανή υπεροχή έναντι των προαχθέντων, η κακόβουλη και άνευ αιτίας διαδοχική αποστολή εξωδίκων δηλώσεων και απειλών κυρώσεων λόγω δήθεν αντισυμβατικής συμπεριφοράς του θύματος, η πρόκληση σωματικής κάκωσης ή βλάβης κλπ..

Ως είναι ευνόητο, το φαινόμενο της ηθικής παρενόχλησης του εργαζομένου προκαλεί  σοβαρές επιπτώσεις τόσο στο ίδιο το άτομο, όσο και στην επιχείρηση. Ειδικότερα, το Mobbing αποτελεί αιτία για την εκδήλωση σοβαρών ψυχικών και σωματικών νοσημάτων, ευθύνεται για τη δημιουργία ή την επίταση του εργασιακού stress, προκαλεί διαταραχές ύπνου, κατάθλιψη, επιθετικότητα, αυξημένη δυσκολία συνεργασίας, μειωμένη αντοχή στο άγχος, σωματική κόπωση ή/και τάσεις αυτοκτονίας στο θύμα, ενδεχομένως και υιοθέτηση από αυτό επικίνδυνων για την υγεία συνηθειών, όπως αύξηση κατανάλωσης αλκοόλ, φαρμάκων, νικοτίνης. Οι σοβαρές αυτές συνέπειες της ηθικής παρενόχλησης του εργαζομένου επηρεάζουν κατ’ επέκταση άμεσα και την ιδιωτική και οικογενειακή ζωή του. 

Αναφορικά με τις συνέπειες του φαινομένου στην επιχείρηση, αυτές εκτείνονται στην μείωση του ρυθμού και της ποιότητας της παραγωγής, συνεπεία της πτώσης του επιπέδου απόδοσης του εργαζομένου που υφίσταται Mobbing σε ποσοστό μέχρι και 80%, όσον αφορά τις ικανότητές του, τις αντιστάσεις του στο εργασιακό άγχος και την προσοχή του. Δεν πρέπει, τέλος, να παροράται και το γεγονός ότι η εκδηλούμενη στο χώρο εργασίας ηθική παρενόχληση αναμφίβολα προκαλεί διαταραχή των σχέσεων των συναδέλφων, εν γένει δε διατάραξη της εργασιακής ειρήνης στο χώρο εργασίας, δυσλειτουργία της επιχείρησης, καθώς και αυξημένες οικονομικές επιβαρύνσεις για την επιχείρηση, ενόψει αφενός της μείωσης της παραγωγικότητας, αφετέρου των συχνών απουσιών εργαζομένων λόγω ασθενείας, αναρρωτικών αδειών και αιφνιδιαστικών αποχωρήσεων αυτών κλπ.

Ενόψει της σοβαρότητας και σημαντικής βαρύτητας των συνεπειών που επάγεται η εκδήλωση του φαινομένου της ηθικής παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο, καθίσταται άκρως αναγκαία η πρόληψη αυτού από την πηγή του, εν γένει δε ο έγκαιρος εντοπισμός και η αντιμετώπιση αυτού εντός του πλαισίου της επιχείρησης, όπου και εκδηλώνεται. Προς το σκοπό αυτό, άκρως ενδεδειγμένη κρίνεται η εκ μέρους του εργοδότη λήψη προληπτικών μέτρων (μεταξύ άλλων συνίσταται η ενημέρωση ή επιμόρφωση του προσωπικού για τις διαστάσεις του φαινομένου, τους κινδύνους που ενέχει για το άτομο και την επιχείρηση, τα δικαιώματα του θύματος, τις έννομες συνέπειες που επισύρει, η πρόβλεψη μιας ειδικής ενδοεπιχειρησιακής διαδικασίας καταγγελίας περιστατικών ηθικής παρενόχλησης, η καθιέρωση κωδικών ηθικής συμπεριφοράς, η πρόβλεψη επιβολής πειθαρχικών ποινών κατά των δραστών, η αναδιοργάνωση του εργασιακού περιβάλλοντος προς αποτροπή του εργασιακού stress). Εξέχουσα σημασία στην πρόληψη της ηθικής παρενόχλησης στην εργασία διαδραματίζει ο ρόλος του ιατρού εργασίας και του τεχνικού ασφαλείας αυτής, συνιστάμενος στην παροχή συμβουλών και υποδείξεων προς τον εργοδότη, αναφορικά με τα προληπτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει τόσο το συμβούλιο των εργαζομένων, το οποίο από κοινού με τον εργοδότη δύναται να συνάψει κανονισμό εργασίας, προς το σκοπό καταπολέμησης της ηθικής παρενόχλησης στα πλαίσια της επιχείρησης με όρους κανονιστικής ισχύος, όσο και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες διεκδικώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας, δύνανται να προβούν σε σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας, με αντικείμενο την αντιμετώπιση της ηθικής παρενόχλησης στην εργασία.

Σε ορισμένες έννομες τάξεις εντοπίζεται ρητή νομοθετική ρύθμιση του φαινομένου (Σουηδία, Ολλανδία, Γαλλία, Βέλγιο, Σλοβενία, Πολωνία, Δανία, Φινλανδία, Μεγάλη Βρετανία, Ιρλανδία), ωστόσο, και σε όσες ακόμη έννομες τάξεις, όπως η ελληνική, εκλείπει η ειδική ρύθμιση αυτού, ήτοι η ηθική παρενόχληση στην εργασία δεν τυποποιείται ειδικά στο νόμο ως παράνομη πράξη, δεν αμφισβητούνται οι νομικές του διαστάσεις, καθ’ ότι η ηθική παρενόχληση, με το περιεχόμενο που της αποδόθηκε ανωτέρω, αδιαμφισβήτητα προσβάλλει το δικαίωμα της προσωπικότητας του θύματος, χωρίς να αποκλείεται η προσβολή και άλλων εννόμων αγαθών, συμφερόντων ή δικαιωμάτων του θύματος. Έτσι, στα πλαίσια της εθνικής μας νομοθεσίας, η νομική αξιολόγηση του φαινομένου της ηθικής παρενόχλησης λαμβάνει χώρα με τη χρήση των Γενικών διατάξεων του Αστικού Δικαίου, και δη με αυτήν του άρθρου 57 ΑΚ, με την οποία προστατεύεται το άτομο από κάθε παράνομη προσβολή της προσωπικότητάς του. Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη «Όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον. Αξίωση αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες δεν αποκλείεται». Ειδικότερες εκδηλώσεις, εκφάνσεις του δικαιώματος στην προσωπικότητα, οι οποίες προσβάλλονται με την ηθική παρενόχληση του ατόμου στο χώρο εργασίας, αποτελούν η τιμή, με έμφαση στην επαγγελματική τιμή, η αξιοπρέπεια, η εικόνα, εν γένει η ηθική και κοινωνική αξία του ατόμου, συνιστώμενες στην αντίληψη και την εκτίμηση που έχουν οι άλλοι γι’ αυτόν, η σωματική και η ψυχική υγεία, ο συναισθηματικός κόσμος, η σφαίρα του απορρήτου, καθώς και η γενική ελευθερία, η οποία περιλαμβάνει την δυνατότητα ακώλυτης ανάπτυξης κάθε ανθρώπινης ενέργειας και κοινωνικής δράσης, η οικονομική ελευθερία, η θρησκευτική ελευθερία, η ελευθερία πολιτικής δραστηριότητας.

Ο εργαζόμενος, ο οποίος πέφτει θύμα του φαινομένου Mobbing δικαιούται να στραφεί κατά του εργοδότη του, είτε αυτός είναι ο δράστης της ηθικής παρενόχλησης, είτε όχι, αξιώνοντας την αποκατάσταση όχι μόνο της ηθικής του βλάβης, αλλά και της τυχόν επελθούσας περιουσιακής του ζημίας υπό τους όρους των περί αδικοπραξιών διατάξεων (άρθρα 914, 932 ΑΚ) -ενόψει του ότι η ηθική παρενόχληση μπορεί να καταλήξει στην απώλεια της θέσης εργασίας του θύματος, μιας προαγωγής ή μιας πρόσθετης παροχής (λ.χ. bonus) προς αυτό-, λόγω παράνομης προσβολής του δικαιώματος στην προσωπικότητά του βάσει της διάταξης του άρθρου 57 ΑΚ. Στην περίπτωση όπου ο εργοδότης δεν είναι δράστης της παρενόχλησης, η ευθύνη αυτού πηγάζει από την εκ μέρους του παραβίαση της υποχρέωσης προνοίας, και δη της υποχρέωσης προστασίας του μισθωτού από φαινόμενα παρενόχλησης και βίας στην εργασία, θεμελιώνεται δε αυτή στην περίπτωση όπου ο εργοδότης παραλείπει να λάβει κάθε κατάλληλο προληπτικό μέτρο, ώστε να εξασφαλίσει ένα περιβάλλον ελεύθερο από προσβολές ή κινδύνους προσβολών της προσωπικότητας του εργαζομένου από συναδέλφους του ή τρίτους, λ.χ. πελάτες, προμηθευτές, όσο και να επέμβει κατασταλτικά λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να άρει κάθε προσβολή που γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει ότι λαμβάνει χώρα σε βάρος συγκεκριμένου εργαζομένου. Να σημειωθεί δε ότι, ευθύνη στο πρόσωπο του εργοδότη θεμελιώνεται και λόγω πράξεων των καταστατικών του οργάνων, όταν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, ή τρίτων, προστηθέντων ή βοηθών εκπλήρωσης.

Ειδικότερα, σε περίπτωση ηθικής παρενόχλησης ατόμου στον χώρο εργασίας του, τούτο μπορεί να ασκήσει κατά του εργοδότη του, δράστη ή μη της παρενόχλησης, τα δικαιώματα που απορρέουν από τις κοινές διατάξεις του Αστικού Δικαίου ή την εργατική νομοθεσία. Ούτως, ο θιγόμενος μπορεί κατ’ αρχήν να αξιώσει έναντι του εργοδότη την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον βάσει του άρθρου 57 ΑΚ, την αποκατάσταση της ηθικής (μη περιουσιακής) του βλάβης βάσει του άρθρου 59 ΑΚ συνιστάμενη σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις, καθώς και της τυχόν επελθούσας περιουσιακής του ζημίας βάσει των διατάξεων των άρθρων 914, 932 ΑΚ περί αδικοπραξιών. Αναφορικά με την τελευταίο αυτό δικαίωμα, λεκτέο ότι το θύμα μπορεί να αξιώσει και την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας που υπέστη λόγω των ψυχικών, σωματικών και ψυχοσωματικών συνεπειών της ηθικής παρενόχλησης στην υγεία του,  θεωρούμενων των τελευταίων ως εργατικού ατυχήματος. Να σημειωθεί δε ότι, σε περίπτωση που το θύμα εργατικού ατυχήματος υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, τότε η αξίωση αποζημίωσης αυτού, ή σε περίπτωση θανάτου του, των συγγενών του, που απορρέει από τα άρθρα 928, 929 ή 931 ΑΚ, μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στο ΙΚΑ από την ημέρα που γεννήθηκε η αξίωση αυτή, ο δε εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση για αποζημίωση του παθόντος ή των συγγενών του, ήτοι τόσο κατά το κοινό δίκαιο ευθύνης για αποζημίωση, όσο και της προβλεπόμενης από τον Ν. 551/1914 ειδικής αποζημίωσης. Μόνον δε εάν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη, υποχρεούται αυτός να καταβάλει στον παθόντα την διαφορά μεταξύ του ποσού της κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των υπό του ΙΚΑ χορηγούμενων σ’ αυτόν παροχών.

Περαιτέρω, ο εργαζόμενος- θύμα της ηθικής παρενόχλησης μπορεί να ασκήσει εν γένει τα δικαιώματα που απορρέουν από την εργατική νομοθεσία, ιδίως να ασκήσει το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας, διακόπτοντας την εκ μέρους του παροχή της εργασίας, ωστόσο, διατηρώντας την θέση εργασίας του και την αξίωση στον μισθό του. Έχει, επίσης, το δικαίωμα να καταγγείλει την σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου του για σπουδαίο λόγο, επικαλούμενος την συνδρομή περιστατικών που κατέστησαν, κατ’ αντικειμενική κρίση, μη ανεκτή την συνέχιση της εργασιακής σχέσης, εναλλακτικά, να θεωρήσει την παράνομη προσβολή της προσωπικότητάς του ως μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του, δυνάμενος βάσει αυτού είτε να θεωρήσει την μεταβολή ως άτακτη καταγγελία της σύμβασης εργασίας του από τον εργοδότη και να αποχωρήσει από την υπηρεσία, απαιτώντας την πληρωμή της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσής του, είτε να αξιώσει την τήρηση των συμβατικών όρων και την εξακολούθηση της παροχής της εργασίας του με τους όρους που ίσχυαν πριν από την μεταβολή. Περαιτέρω, δικαιούται αυτός να προσβάλει την εκ μέρους του εργοδότη του καταγγελία της εργασιακής του σύμβασης ως καταχρηστική ήτοι άκυρη, επικαλούμενος την εκ μέρους του εργοδότη άσκηση του δικαιώματος καταγγελίας καθ’ υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, και ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, ήτοι κατά παράβαση του άρθρου 281 ΑΚ. Δύναται αυτός, ακόμη, να επικαλεστεί ότι έλαβε χώρα εξαναγκασμός του σε παραίτηση (οικειοθελή αποχώρηση) δεδομένης της προγενέστερης συναγόμενης σιωπηρής δήλωσης του εργοδότη για καταγγελία της σύμβασης εργασίας, αξιώνοντας περαιτέρω την εκ μέρους του λήψη της αποζημίωσης απόλυσης.

Είναι ευνόητο ότι, όταν δράστης της ηθικής παρενόχλησης είναι άλλος από τον εργοδότη, ήτοι συνάδελφος του εργαζομένου ή τρίτος (λ.χ. πελάτης, προμηθευτής), αυτός ευθύνεται για την αποκατάσταση κάθε ηθικής και περιουσιακής βλάβης του θύματος που συνδέεται αιτιωδώς με αυτήν, λόγω της παράνομης προσβολής του δικαιώματος στην προσωπικότητα του εργαζομένου. Ωστόσο, δεν θεμελιώνεται ευθύνη του αμέτοχου συναδέλφου του εργαζομένου που υφίσταται ηθική παρενόχληση, από την εκ μέρους του παράλειψη επεμβάσεως υπέρ του θύματος, για το λόγο ότι δεν υφίσταται μεταξύ των εργαζομένων στον ίδιο εργοδότη υποχρέωση προνοίας, και κατ’ επέκταση ιδιαίτερη υποχρέωση προστασίας του θύματος, με αποτέλεσμα η παράλειψη επεμβάσεως του πρώτου υπέρ του δεύτερου να μην είναι για το λόγο αυτό παράνομη.

Τα περιστατικά της ηθικής παρενόχλησης, ως παθολογίας που πλήττει το εργασιακό περιβάλλον, ενόψει της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη Χώρα μας, εμφανίζονται με την πάροδο του χρόνου αυξανόμενα με καλπάζοντες ρυθμούς. Ήδη το έτος 2009 το ποσοστό των εργαζομένων στην Ελλάδα που είχαν υποστεί ηθική παρενόχληση στην εργασία ανήλθε στο 3,4%, το οποίο αντιστοιχούσε τότε σε περισσότερους από 146.000 εργαζομένους (σύμφωνα με τα επίσημα πορίσματα της Πέμπτης Έρευνας για τις Συνθήκες Εργασίας στην Ευρώπη, την οποία διεξήγαγε το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των Συνθηκών Ζωής και Εργασίας του Δουβλίνου το 2010). Προς τούτο, απαιτείται ενημέρωση, άμεση συνειδητοποίηση του προβλήματος και δραστική αντιμετώπιση αυτού στα πλαίσια της ίδιας της επιχείρησης.