Ακόμα και αν τηρηθούν οι νόμιμες προϋποθέσεις καταγγελίας,
δηλαδή ο έγγραφος τύπος, η προειδοποίηση και η καταβολή αποζημίωσης, ο εργοδότης δεν μπορεί να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας για οποιοδήποτε λόγο. Στις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου θα πρέπει να υπάρχει σπουδαίος λόγος για να είναι νόμιμη η απόλυση, όπως για παράδειγμα η επαγγελματική ανεπάρκεια του εργαζομένου, η μη συμμόρφωσή του στις οδηγίες του εργοδότη ή η πρόκληση προβλημάτων στη λειτουργία της επιχείρησης από τη συμπεριφορά του. Στις συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου ναι μεν δεν είναι απαραίτητο να συντρέχει σπουδαίος λόγος, η απόλυση, όμως, λόγω αισθημάτων εκδικητικότητας από την πλευρά του εργοδότη καθιστά την καταγγελία της σύμβασης καταχρηστική και άρα άκυρη. Λόγου χάρη, αν ο εργοδότης αντιδράσει εκδικητικά στη συμμετοχή του εργαζομένου σε απεργία, στη νόμιμη επίσχεση εργασίας του ή στην προσφυγή του στην Επιθεώρηση Εργασίας και τον απολύσει για κάποιον από τους λόγους αυτούς, η συμπεριφορά του αντιβαίνει στην καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη και ως εκ τούτου είναι παράνομη.