Κατ’ αρχάς, προκειμένου οι εργαζόμενοι να απεργήσουν
νομίμως θα πρέπει να τηρήσουν τις προϋποθέσεις κήρυξης μιας απεργίας. Αυτό συνεπάγεται ότι η απεργία θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα απόφασης μιας νόμιμα συνισταμένης συνδικαλιστικής οργάνωση. Πιο συγκεκριμένα, στις πρωτοβάθμιες οργανώσεις αποφασίζει η Γενική Συνέλευση, ενώ στις δευτεροβάθμιες και στις τριτοβάθμιες το Διοικητικό Συμβούλιο. Οι απεργοί οφείλουν να προειδοποιήσουν τον εργοδότη για την επερχόμενη απεργία και να του παρέχουν προσωπικό ασφαλείας. Εφόσον, οι παραπάνω όροι έχουν πληρωθεί, οι εργαζόμενοι απεργούν νομίμως απέχοντας από την εργασία. Ωστόσο, η κατάληψη του χώρου εργασίας βαίνει πέρα από τα όρια προστασίας που παρέχει το άρθρο 23 του Συντάγματος στους απεργούς. Αν οι οργανωτές της απεργίας ακολουθήσουν αυτήν την πρακτική, η απεργία παύει να είναι νόμιμη, παραβιάζονται τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα του εργοδότη για την ελεύθερη ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας και της προσωπικότητας, η συμπεριφορά δε των εργαζομένων συνιστά αδικοπραξία.