ΘΑ ΥΠΑΡΞΟΥΝ ΚΟΚΚΙΝΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΣΤΟ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟ?

ΠΟΣΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΕΧΕΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΑΠΟΛΥΣΕΙ Ο ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ ΜΕ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΟΜΑΔΙΚΩΝ ΑΠΟΛΥΣΕΩΝ?
September 11, 2018
ΜΠΟΡΕΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ ΜΕ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΝΑ ΑΠΟΡΡΟΦΗΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΜΜΕΣΟ ΕΡΓΟΔΟΤΗ?
September 11, 2018
Share

Τις βέλτιστες ευρωπαϊκές αλλά και διεθνείς πρακτικές στους θεσμούς της αγοράς εργασίας, όπως οι ομαδικές απολύσεις, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας και ο συνδικαλιστικός νόμος, αναζητούν τα μέλη της επιτροπής αυτόνομων εμπειρογνωμόνων για τα εργασιακά, που έχει ήδη συσταθεί βάσει των προβλέψεων του 3ου Μνημονίου. Δεδομένης όμως της ανισομετρίας των οικονομιών, της απόκλισης των εθνικών νομοθεσιών και του γεγονότος ότι η Ελλάδα δεσμεύεται από πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, ευλόγως εγείρονται προβληματισμοί αναφορικά με το περιεχόμενο της έννοιας του ρευστού όρου των ¨βέλτιστων πρακτικών¨ αλλά και ποιες χώρες θα αποτελέσουν πρότυπο ¨βέλτιστης πρακτικής¨;

Ειδικότερα, σύμφωνα με το 3ο Μνημόνιο (Ν. 4336/2015 «Συνταξιοδοτικές διατάξεις − Κύρωση του Σχεδίου Σύμβασης Οικονομικής Ενίσχυσης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ρυθμίσεις για την υλοποίηση της Συμφωνίας Χρηματοδότησης»), οι ελληνικές αρχές έχουν δεσμευτεί να ακολουθήσουν τις «βέλτιστες πρακτικές της Ε.Ε. στους θεσμούς της αγοράς εργασίας και να ενισχύσουν τον εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ των κοινωνικών εταίρων. Η προσέγγιση αυτή πρέπει όχι μόνο να εξισορροπήσει την ευελιξία με τη δικαιοσύνη για εργαζόμενους και εργοδότες, αλλά και να λάβει υπόψη το πολύ υψηλό επίπεδο ανεργίας και την ανάγκη επιδίωξης βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης. Οι αλλαγές στις πολιτικές για την αγορά εργασίας δεν θα πρέπει να συνεπάγονται την επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής, ασύμβατα με τους στόχους της προώθησης μιας βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης».

Ι. Ομαδικές απολύσεις:
Τη διαδικασία ομαδικών απολύσεων ρυθμίζει σήμερα σε εθνικό επίπεδο ο Ν. 1387/1983 (όπως τροποποιήθηκε από τα άρθρα 15,16 Ν.2736/1999, το άρθρο 9 Ν.2874/2000, άρθρο 21 Ν.3488/2006 και άρθ.74 Ν.3863/2010 – παλαιότερα ίσχυαν οι ΑΝ 99/1967 και 173/1967). Ομαδικές θεωρούνται οι απολύσεις που πραγματοποιούνται από επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες απασχολούν περισσότερους από 20 εργαζόμενους, εφόσον υπερβαίνουν κάθε ημερολογιακό μήνα τα οριζόμενα από το νόμο όρια, ήτοι: α) Επιχειρήσεις που απασχολούν από 20 και μέχρι 150 εργαζόμενους, επιτρέπεται να απολύσουν μέχρι 6 άτομα το μήνα και β) Επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 150 εργαζόμενους, μέχρι ποσοστό 5% και με τον περιορισμό να μη ξεπερνούν τους 30 εργαζόμενους το μήνα. Απολύσεις που γίνονται καθ’ υπέρβαση των ανωτέρω ορίων είναι ομαδικές και υπόκεινται στην έγκριση ή απόρριψή τους από τη δημόσια αρχή, ήτοι τον Υπουργό Εργασίας, άλλως οι απολύσεις αυτές είναι παράνομες.

Το ζήτημα που θα εξετάσει η Επιτροπή των εμπειρογνωμόνων, είναι η κατάργηση του ελέγχου της διοίκησης (υπουργικό βέτο) στις ομαδικές απολύσεις, που διατηρείται σήμερα μόνο στην Ελλάδα και σε καμία άλλη χώρα της Ε.Ε.

Ωστόσο, ο νόμος περί ομαδικών απολύσεων αφορά μόνο το 3% περίπου των Ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς εφαρμόζεται μόνο σε επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 20 εργαζομένους. Το μείζον όμως πρόβλημα, που δύναται να δημιουργηθεί επ’ ευκαιρίας των αλλαγών στο νόμο για τις ομαδικές απολύσεις, οι οποίες πλέον θα απελευθερωθούν πλήρως, είναι να περιοριστεί –όπως συνέβη αντιστοίχως στη Γαλλία – σε μεγάλο βαθμό το δικαίωμα του εργαζομένου προς επαναπρόσληψη σε περίπτωση παράνομης απόλυσης.

Έτσι, ως ενδιάμεση λύση προβάλλεται το ”γαλλικό μοντέλο”, που ορίζει ότι εάν μια επιχείρηση επικαλεστεί ”σημαντική έλλειψη ρευστότητας” ή ”εταιρική αναδιοργάνωση, αναγκαία για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας”, τότε ενισχύεται η δυνατότητα της να προχωρεί σε απολύσεις χωρίς κανένα περιορισμό.

ΙΙ. Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (Ε.Γ.Σ.Σ.Ε.):

Η Επιτροπή των εμπειρογνωμόνων πρόκειται να εξετάσει το ρόλο της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε., δηλαδή κατά πόσο θα περιλαμβάνει όρους θεσμικούς ή και οικονομικούς. Βάσει των αλλαγών που επέφεραν οι προγενέστεροι εφαρμοστικοί νόμοι των μνημονίων, οι εθνικές γενικές ΣΣΕ, καθορίζουν τους ελάχιστους μη μισθολογικούς όρους εργασίας για τους εργαζομένους όλης της χώρας και όχι πλέον οικονομικούς όρους. Αντίθετα, βασικοί μισθοί και ημερομίσθια, κάθε είδους προσαυξήσεις αυτών και γενικά κάθε άλλος μισθολογικός όρος ισχύουν μόνο για τους εργαζομένους που απασχολούνται από εργοδότες των συμβαλλομένων εργοδοτικών οργανώσεων και δεν επιτρέπεται να υπολείπονται του νομίμως νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.

ΙΙΙ. Κατώτατος Μισθός:
Στην ατζέντα των εργασιακών αλλαγών περιλαμβάνεται και ο κατώτατος μισθός, που αποτελούσε για δεκαετίες αντικείμενο συλλογικής διαπραγμάτευσης μεταξύ της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών οργανώσεων, ο οποίος μειώθηκε με το Ν. 4046/2012 κατά 22% έως 32%, από τα 751 ευρώ στα 586,08 για τους άνω των 25 ετών και στα 510,95 ευρώ για τους κάτω των 25 ετών. Σε άλλες χώρες της Ε.Ε. ο κατώτατος μισθός ορίζεται νομοθετικά, ενώ για την Ελλάδα έχει ήδη ψηφιστεί (Ν. 4172/2013) να ισχύσει κάτι αντίστοιχο κατόπιν διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων (ΓΣΕΕ για τους εργαζόμενους, ΣΕΒ – ΓΣΕΒΕΕ – ΣΕΤΕ – ΕΣΕΕ για τους εργοδότες) από την 1/1/2017, με βάση την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, τα επίπεδα παραγωγικότητας, ανταγωνιστικότητας, απασχόλησης κ.ά., χωρίς να είναι βέβαιες οι προσαυξήσεις για τις τριετίες (έχουν διατηρηθεί παγωμένες αλλά παραμένουν στο στόχαστρο).

IV. Συνδικαλιστικός Νόμος:
Ο νόμος 1264/1982 προβλέπει την προστασία των συνδικαλιστικών στελεχών από ενδεχόμενη καταγγελία της σύμβασης εργασίας εκ μέρους του εργοδότη (άρθρο 14§5, 6, 7, 8 και 9), η δε καταγγελία αυτή επιτρέπεται μόνο για πολύ συγκεκριμένους και περιοριστικά αναφερόμενους στο νόμο λόγους (άρθρο 14§10). Ωστόσο, στο στόχαστρο των αλλαγών τίθεται πλέον η διεύρυνση των ορίων, ώστε να είναι δυνατό ένα συνδικαλιστικό στέλεχος να απολυθεί από τον εργοδότη και για λόγους μη αναφερόμενους στο συγκεκριμένο άρθρο.

Επίσης, η επιτροπή εμπειρογνωμόνων θα εξετάσει τη μείωση των ημερών συνδικαλιστικής άδειας, τον περιορισμό των αμειβόμενων αδειών στις απολύτως απαραίτητες, καθώς και τον περιορισμό των προσώπων που δικαιούνται άδειες.

Κυρίως όμως στο στόχαστρο των αλλαγών τίθεται η απεργία. Συγκεκριμένα, εξετάζονται αλλαγές αναφορικά με τον χρόνο προειδοποίησης για την κήρυξη απεργιών, αλλά και τον τρόπο λήψης αποφάσεων για την πραγματοποίηση απεργιών. Σήμερα, όπως είναι γνωστό, η απεργία κηρύσσεται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που έχουν συσταθεί και λειτουργούν νόμιμα. Η απόφαση για την κήρυξη της απεργίας λαμβάνεται από το αρμόδιο όργανο της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης κηρύσσεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβούλιου, εκτός εάν το Καταστατικό ορίζει διαφορετικά. Πλέον, προτείνεται η απεργία να κηρύσσεται κατόπιν απόφασης της Γενικής Συνέλευσης με πλειοψηφία 50% συν 1 των εγγεγραμμένων μελών, κάτι βεβαίως που είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί στην πράξη, με αποτέλεσμα την παρακώλυση της άσκησης του δικαιώματος της απεργίας.

Από όλα τα ανωτέρω συνάγεται σαφώς ότι πλέον δυσκολεύεται η οριοθέτηση των ¨κόκκινων γραμμών¨ στο νέο εργασιακό που θα ψηφίσει η Κυβέρνηση, καθώς σύμφωνα με τις διατάξεις του 3ου Μνημονίου δρομολογείται «η επανεξέταση ορισμένων υφιστάμενων πλαισίων της αγοράς εργασίας… λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων πρακτικών σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο» και «με προϋπόθεση τη μη επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής, ασύμβατα με τους στόχους της προώθησης μιας βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης», κάτι που σημαίνει περαιτέρω ευελιξία στους θεσμούς της αγοράς εργασίας και περαιτέρω απορρύθμιση του συνόλου των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας.

Του Γιάννη Κ. Καρούζου, Εργατολόγου

για το TIMELINK

 

Πηγή: www.timelink.gr