ΕΥΘΥΝΗ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΚΟΥΣΕ ΤΙΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΜΑΣ
November 3, 2021
Η ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
November 4, 2021
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΚΟΥΣΕ ΤΙΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΜΑΣ
November 3, 2021
Η ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
November 4, 2021
Share

Στο σύστημα του Αστικού Κώδικα (ΑΚ) η ευθύνη προς αποζημίωση, είτε αυτή θεμελιώνεται σε αθέτηση συμβατικής υποχρέωσης είτε σε αδικοπραξία  (άρθρο 914 ΑΚ) είτε σε άλλο νόμιμο λόγο ευθύνης (λ.χ. άρθρα 197 και 198 ΑΚ για την ευθύνη από διαπραγματεύσεις), προϋποθέτει, κατά κανόνα, πταίσμα του ζημιώσαντος (άρθρα 198, 300, 914 ΑΚ).

Υπάρχουν, βέβαια, περιπτώσεις (λ.χ. άρθρα 918, 922, 924 παρ. 1 και 925 ΑΚ) που ο νομοθέτης αναγνωρίζει ευθύνη προς αποζημίωσης χωρίς να υφίσταται υπαιτιότητα (αντικειμενική ευθύνη), ωστόσο η υποκειμενική ευθύνη παραμένει ο κανόνας στο σύστημα ευθύνης του Αστικού Κώδικα.

Ωστόσο, ειδικά στο πεδίο της λειτουργίας της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, η απαρέγκλιτη εφαρμογή των κανόνων που διέπουν την αστική ευθύνη και η αναγνώριση, κατ’ εφαρμογή των κανόνων αυτών, πλήρους ευθύνης του εργαζομένου για κάθε πταίσμα, ακόμη και για ελαφριά ή πολύ ελαφριά αμέλεια, οδηγεί σε ανεπιεική αποτελέσματα, αντίθετα προς τη λειτουργία της σύμβασης, όπως παγίως υποστηρίζεται από την ελληνική αλλά και την ευρωπαϊκή θεωρία του Εργατικού Δικαίου.

Κατ’ αρχάς, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι ο εργαζόμενος, κατά την εκτέλεση της εργασίας του, εντάσσεται σε μια οργάνωση εργασίας που διευθύνει ο εργοδότης, ο οποίος κατευθύνει την όλη εργασιακή διαδικασία και διαμορφώνει τις συνθήκες παροχής της εργασίας, με συνέπεια ο εργαζόμενος να εκτίθεται σε κινδύνους ζημιών, τους οποίους δεν μπορεί να επηρεάσει ή να αποφύγει. Αντίθετα, ο εργοδότης, φέρων την εξουσία οργάνωσης και διεύθυνσης της παραγωγικής διαδικασίας, μπορεί να δημιουργεί, να διατηρεί ή να μεταβάλλει κινδύνους πρόκλησης ζημιών και είναι σε θέση να τους αντιμετωπίσει με διάφορα μέσα, λ.χ. μεταβάλλοντας τις μεθόδους παραγωγής, βελτιώνοντας την επιτήρηση της εργασιακής διαδικασίας και τα μέτρα ασφαλείας κλπ.

Επίσης, δεν θα πρέπει να παραβλέπεται ότι από μία όλως ελαφριά αμέλεια του εργαζομένου, ενόψει και της τεχνολογικής εξέλιξης, μπορεί να προκληθεί εν τέλει στον εργοδότη ζημία, η αποκατάσταση της οποίας θα σήμαινε για τον εργαζόμενο την οικονομική του εξόντωση. Η οφειλόμενη από τη σύμβαση εργασίας παροχή του εργαζομένου συνίσταται στην εργασία καθαυτή και όχι σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα και ο εργοδότης με την αντιπαροχή του αμείβει την εργασία και όχι την ανάληψη κινδύνων. Ο μισθός που λαμβάνει ο εργαζόμενος δεν συνιστά μέσο αντιστάθμισης των κινδύνων ζημίας, στους οποίους εκτίθεται κατά την εκτέλεση της εργασίας του μέσα σε συνθήκες ή καταστάσεις που διαμορφώνει και επηρεάζει ο εργοδότης. Αν ο εργαζόμενος υποχρεωνόταν να αποκαταστήσει, και μάλιστα σε όλη της την έκταση, οποιαδήποτε ζημία του εργοδότη που οφείλεται σε αμέλειά του, ακόμη και ελαφρά ή πολύ ελαφρά, θα ανατρεπόταν σε βάρος του η ισορροπία παροχής – αντιπαροχής, αλλά και η ίδια η βιοποριστική λειτουργία του μισθού.

Για τους ανωτέρω λόγους, ορισμένες ζημίες που οφείλονται σε αμέλεια του εργαζόμενου, θα πρέπει να θεωρείται ότι εντάσσονται στη σφαίρα ευθύνης του εργοδότη, όπως ακριβώς ανήκει στη δική του σφαίρα ευθύνης ο γενικότερος κίνδυνος λειτουργίας της επιχείρησης (άρθρο 656 εδ. β΄ ΑΚ). Οι λόγοι, λοιπόν, που δικαιολογούν τον περιορισμό της ευθύνης του εργαζομένου προκύπτουν μέσα από την ίδια την εργασιακή σχέση και από τις ιδιαιτερότητες που αυτή εμφανίζει σε σχέση με τις λοιπές συμβατικές σχέσεις. Καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, ο εργαζόμενος θέτει την εργασιακή του δύναμη στη διάθεση του εργοδότη, ο οποίος τη διευθύνει, την ελέγχει και την αξιοποιεί για τους επιχειρηματικούς του σκοπούς. Συνεπώς, ο εργοδότης, ο οποίος καθορίζει τους όρους και τις συνθήκες παροχής της εργασίας και αποκομίζει όφελος από την παρεχόμενη εργασία, οφείλει να φέρει και τους συναφείς με αυτήν κινδύνους.

Η στάθμιση αυτή θα μπορούσε να λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 300 ΑΚ, η οποία παρέχει στο δικαστήριο ευρεία διακριτική ευχέρεια να επιμερίσει τη ζημία μεταξύ ζημιώσαντος και ζημιωθέντος ή και να απαλλάξει πλήρως τον ζημιώσαντα, ανάλογα με το βαθμό πταίσματος των μερών και τις λοιπές συνθήκες. Ωστόσο, η διάταξη του άρθρου 300 ΑΚ απαιτεί ο ζημιωθείς να συνέβαλε στη ζημία ή στην έκτασή της από δικό του πταίσμα. Έτσι, η διατύπωση του άρθρου φαίνεται να αντιτίθεται στην άμεση, ευθεία εφαρμογή του στις περιπτώσεις πρόκλησης ζημίας από τον εργαζόμενο κατά την εκτέλεση της εργασίας του.

Συνεπώς, ερμηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 652 ΑΚ, ο εργαζόμενος  ευθύνεται μεν για ζημία που οφείλεται σε δόλο, αλλά ειδικά για περιπτώσεις αμέλειας, το δικαστήριο μπορεί να απαλλάξει τον εργαζόμενο από την ευθύνη ή να κατανείμει τη ζημία μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου, καταλογίζοντας στον εργοδότη τη ζημία που αναλογεί στον επιχειρηματικό του κίνδυνο ή που παρίσταται δυσανάλογη σε σχέση με την ωφέλεια του εργαζομένου από τη σύμβαση. Επίσης, επιβάλλεται ο δόλος ή η αμέλεια να επιδεικνύονται κατά την εκτέλεση της εργασίας και το είδος της τελευταίας να συνυπολογίζεται ως κριτήριο κατά την αξιολόγηση του βαθμού επιμέλειας, για την οποία ευθύνεται ο εργαζόμενος.

Δικηγόρος Εργατολόγος