ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ: ΤΑΣΕΙΣ 2021

ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΩΤΑΤΟ! ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΛΟΙΠΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ
March 30, 2022
ΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΦΑΛΙΣΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΕΦΚΑ – Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ
March 30, 2022
ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΩΤΑΤΟ! ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΟΛΟΙΠΟΥΣ ΜΙΣΘΟΥΣ
March 30, 2022
ΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΦΑΛΙΣΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΕΦΚΑ – Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ
March 30, 2022
Share

Το Ινστιτούτο Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών (Wirtschafts-und Sozialwissenschaftliche Institut – WSI) του Ιδρύματος Hans Böckler δημοσίευσε πρόσφατα μια ενδιαφέρουσα έκθεση που αναλύει τις τάσεις των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη Γερμανία το 2021.

Η έκθεση ξεκινά με ένα στοιχείο που καθιστά σαφές πώς η πανδημία COVID-19 έχει επηρεάσει σημαντικά τη δυναμική των εργασιακών σχέσεων στη χώρα: το 2021, η μέση διάρκεια ισχύος των συλλογικών συμβάσεων ήταν 23,8 μήνες, σημαντικά αυξημένη σε σχέση με αυτή του προηγούμενου έτους, όπου ήταν πολύ μικρότερη, λόγω των αβεβαιοτήτων που ενυπάρχουν στην περίοδο έκτακτης ανάγκης.

Ένα δεδομένο που παρατίθεται μεν προς το τέλος της έκθεσης, αλλά είναι εντελώς απαραίτητο προκειμένου να τεθούν εντός πλαισίου τα υπόλοιπα στοιχεία αυτής, είναι το ποσοστό κάλυψης των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη Γερμανία, το οποίο βρίσκεται σε συνεχή πτώση από τη δεκαετία του 1990 και μετά. Το 2020, μόνο το 51% των Γερμανών εργαζομένων εργαζόταν σε εταιρία που εφάρμοζε συλλογική σύμβαση οποιουδήποτε επιπέδου. Οι συγγραφείς αναφέρουν επίσης ότι, ακόμη και αν ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό εταιρειών εκτός του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων φαίνεται να διαμορφώνει τις συνθήκες εργασίας των εργαζομένων του με βάση αυτό που απαιτείται από τις διατάξεις συλλογικών ρυθμίσεων, παραμένει στην πράξη σημαντική απόκλιση από τα πρότυπα που περιέχονται σε αυτές.

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι στο μέτωπο των μισθών, το 2021 περίπου 13 εκατομμύρια εργαζόμενοι επωφελήθηκαν από μισθολογικές αυξήσεις χάρη στη δράση της κύριας γερμανικής συνομοσπονδίας συνδικάτων, της Deutscher Gewerkschaftsbund (της αντίστοιχης Γ.Σ.Ε.Ε.). Από την άλλη, πρέπει να επισημανθεί ότι η αύξηση των μισθών από συλλογική διαπραγμάτευση σταμάτησε στο 1,7%, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από αυτό του 2018 (3%) και του 2019 (2,9%), αλλά και του 2020 (2%).  Αυτή η πτώση, μαζί με την άνοδο του πληθωρισμού, σήμαινε ότι ο «πραγματικός» μισθός των Γερμανών εργαζομένων μειώθηκε κατά 1,4%.

Οι αυξήσεις των μισθών από συλλογικές διαπραγματεύσεις διαφέρουν αισθητά μεταξύ των κλάδων που εξετάζονται: ο κλάδος της εστίασης είναι αυτός που έχει πετύχει μια από τις πιο σημαντικές αυξήσεις, μαζί με αυτόν του βιομηχανικού καθαρισμού και τα ξενοδοχεία, ενώ οι εργαζόμενοι στον τομέα της μεταλλουργίας έχουν λάβει μόνο μια εφάπαξ πληρωμή των 500€ (καθαρά) (πρόκειται για το λεγόμενο «Corona-Bonus»), ως αναγνώριση του έργου τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.

Ωστόσο, η κατανόηση της κατάστασης των μισθών στη Γερμανία δεν μπορεί να είναι πλήρης χωρίς τη συνεκτίμηση ορισμένων συμφραζόμενων δεδομένων. Ειδικότερα, ως αντίδραση στη σταθερή μείωση της κάλυψης των συλλογικών διαπραγματεύσεων τις τελευταίες δεκαετίες , η χώρα έχει από το 2015 νόμο, ο οποίος υποδεικνύει το ελάχιστο ποσό ωρομισθίου για όλους τους εργαζόμενους στη χώρα (Mindestlohngesetz), το οποίο προσαρμόζεται περιοδικά στο κόστος ζωής από μια ειδική επιτροπή που αποτελείται από εκπροσώπους του εργοδοτικού, του συνδικαλιστικού και του ακαδημαϊκού κόσμου (Mindestlohnkommission).

Αυτή η επιτροπή είχε αποφασίσει το 2022, ότι το κατώτατο καθαρό ωρομίσθιο για όλους τους Γερμανούς εργαζόμενους θα έπρεπε να είναι 10,45 €. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλιστεί «ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης» σε όλους τους πολίτες, η νέα κυβέρνηση των σοσιαλδημοκρατών αποφάσισε  τον Οκτώβριο του 2022, να αυξηθεί το ωρομίσθιο αυτό στα 12 ευρώ την ώρα , κατ’ εξαίρεση χωρίς απόφαση της επιτροπής, αλλά ευθέως εκ του νόμου.

Στη Γερμανία, ωστόσο, οι γενικά ισχύοντες κατώτατοι μισθοί μπορούν να εισαχθούν και με συλλογικές διαπραγματεύσεις. Ειδικότερα, στο γερμανικό σύστημα, είναι δυνατό να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής μιας συλλογικής σύμβασης σε όλους τους εργαζόμενους σε έναν συγκεκριμένο κλάδο , ανεξάρτητα από το εάν ο εργοδότης ή ο ίδιος ο εργαζόμενος ανήκει στις υπογράφουσες αντιπροσωπευτικές ενώσεις, σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του νόμου περί συλλογικών διαπραγματεύσεων (Tarifvertragesetz). Σύμφωνα με όσα περιγράφονται στην έκθεση, οι περισσότεροι από τους γενικά ισχύοντες συλλογικούς κατώτατους μισθούς υπερβαίνουν σήμερα  το κατώτατο ωρομίσθιο των 12 € που θα ισχύει από τον Οκτώβριο του 2022 και μετά. Παρόλα αυτά, δεν λείπουν και κλάδοι στους οποίους ισχύουν χαμηλότερα ελάχιστα μισθών, τα οποία θα πρέπει υποχρεωτικά να προσαρμοστούν στις διατάξεις του νόμου.

Ένα τελευταίο στοιχείο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, και είναι ίσως απροσδόκητο για όσους δεν γνωρίζουν σε βάθος το γερμανικό κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο, είναι αυτό της επίμονης διαφοράς στους μισθούς από συλλογικές διαπραγματεύσεις των εργαζομένων που δραστηριοποιούνται στην πρώην Ανατολική Γερμανία σε σχέση με τους εργαζόμενους της πρώην Δυτικής Γερμανίας. Το 2021, οι εργαζόμενοι στα ομόσπονδα κράτη της πρώην ΛΔΓ μπορούσαν να υπολογίζουν σε έναν μισθό από συλλογική διαπραγμάτευση, του οποίου το ποσό ανερχόταν μόνο στο 98% του προβλεπόμενου για τους ομολόγους τους στη Δυτική Γερμανία. Ταυτόχρονα, η έκθεση σημειώνει ότι οι τελευταίοι απολαμβάνουν γενικά ευνοϊκότερες συνθήκες εργασίας από τους συμπατριώτες τους, όπως εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας κατά μία ώρα μικρότερο (37,6 ώρες για πρώην Δυτικογερμανούς μισθωτούς, 38,5 ώρες για πρώην Ανατολικογερμανούς μισθωτούς). Έτσι, κατά τη διάρκεια του 2021, πολλές συλλογικές δράσεις στόχευαν στην εξίσωση του αριθμού των ωρών εργασίας των εργαζομένων στην Ανατολική Γερμανία και τη Δυτική Γερμανία, ιδιαίτερα στους τομείς της ηλεκτρολογικής και της μηχανικής βιομηχανίας, όπου το χάσμα παρουσιάζεται ακόμη πιο έντονο.

Στην τελευταία παράγραφο της Έκθεσης, οι συγγραφείς διακινδυνεύουν μερικές προβλέψεις σχετικά με τις προοπτικές των συλλογικών διαπραγματεύσεων στη Γερμανία το 2022 . Πράγματι, η ανάκαμψη της οικονομίας θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις μισθολογικές διαπραγματεύσεις, το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικές αυξήσεις μισθών σε αυτούς τους τομείς, όπως η εκπαίδευση, όπου παρατηρείται έλλειψη ειδικά καταρτισμένων εργαζομένων (ελλείψεις δεξιοτήτων), αλλά και μεγάλη αύξηση της ζήτησης εργασίας.

Δελτίο ADAPT 28 Μαρτίου 2022, ιδ. 12

Πηγή: farecontrattazione.adapt.it

Αρθρογράφος: Diletta Porcheddu, Διδακτορικός του Πανεπιστημίου της Σιένα

Μετάφραση: dikigorosergatologos.gr