ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ Η ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ ΜΕ…ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ
September 11, 2018
ΕΡΓΑΖΟΜΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΩΡΕΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ. ΜΠΟΡΕΙ Ο ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ ΜΟΥ ΝΑ ΜΟΥ ΑΝΑΘΕΣΕΙ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ?
September 11, 2018
Share
Απόφαση Αρείου Πάγου

Ακόμη και τα επιδόματα περιλαμβάνονται στην πρόσθετη αμοιβή που υποχρεούται να καταβάλει ο εργοδότης για πρόσθετη εργασία. Αυτό προβλέπει απόφαση του ΑΠ που εκδόθηκε ανατρέποντας αντίθετη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας η οποία είχε εκδοθεί ύστερα από αγωγή εργαζομένων που πέραν της κύριας εργασίας τους ως οδηγών,  εκτελούσαν και τα καθήκοντα του εισπράκτορα και ότι για την πρόσθετη αυτή απασχόλησή τους η εναγομένη κατά τα έτη 2004-2009 δεν τους κατέβαλε το επίδομα που προβλέπεται από τις οικείες ΣΣΕ και ΔΑ για τους οδηγούς λεωφορείων χωρίς εισπράκτορα. Δηλαδή με βάση τα αναφερόμενα στην αγωγή, πρόκειται για μέρος των τακτικών αποδοχών των εναγόντων , αφού αυτοί επικαλούνται ότι σε μόνιμη βάση και καθημερινά οδηγούν λεωφορεία χωρίς εισπράκτορα και αιτούνται την καταβολή του επιδόματος για 25 ημέρες κάθε μήνα…
 
Περίληψη
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648, 649, 653 και 659 του ΑΚ προκύπτει ότι, αν κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας συμφωνηθεί μεταξύ των συμβαλλομένων η παροχή από τον εργαζόμενο μέσα στο νόμιμο ωράριο πρόσθετης, διαρκούς φύσης, εργασίας, η οποία, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, δεν είναι συναφής με την εργασία που συμφωνήθηκε αρχικά και παρέχεται συνήθως με μισθό, χωρίς όμως να έχει συμφωνηθεί ο καταβλητέος πρόσθετος μισθός ή ο τρόπος προσδιορισμού του, ούτε να έχει συμφωνηθεί ότι δεν θα καταβάλλεται πρόσθετος μισθός, ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να καταβάλλει για την πρόσθετη αυτή εργασία τον ειθισμένο μισθό, δηλαδή τον μισθό που καταβάλλεται συνήθως για την ίδια εργασία σε άλλους εργαζόμενους, που έχουν τα ίδια προσόντα και απασχολούνται υπό τις ίδιες συνθήκες. Ως συναφείς (ή παρεμφερείς) εργασίες, για τις οποίες δεν παρέχεται σχετική αξίωση, θεωρούνται οι εργασίες εκείνες, οι οποίες κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με την οφειλομένη από τη σύμβαση κύρια εργασία, ως εργασίες προπαρασκευαστικές, συμπληρωματικές ή παρακολουθηματικές της κύριας απασχόλησης και δεν αλλοιώνουν ουσιαστικά τον χαρακτήρα της τελευταίας. Η πρόσθετη αυτή αμοιβή διακρίνεται σαφώς των επιδομάτων, που και αυτά καταβάλλονται πέραν του βασικού μισθού, ως αντάλλαγμα της κύριας εργασίας, είτε σε σχέση με τη προσωπική κατάσταση του μισθωτού (πχ. οικογενειακά επιδόματα, επίδομα σπουδών), είτε σε σχέση με την υπηρεσιακή κατάσταση αυτού (πχ. επίδομα τριετιών ή πολυετίας, επίδομα θέσης), είτε σε σχέση με τις συνθήκες εργασίας (πχ. επίδομα ανθυγιεινής εργασίας, επίδομα επικίνδυνης εργασίας, επίδομα διαχειριστικών λαθών κλπ). Ο ορθός δε νομικός χαρακτηρισμός της συγκεκριμένης παροχής, ως κατ’ εξοχήν έργο της δικαιοδοτικής λειτουργίας, όπως αυτή οριοθετείται από τα άρθρα 26 παρ.3 και 87 παρ.2 του Συντάγματος, ανήκει στο δικαστήριο της ουσίας, το οποίο, μη δεσμευόμενο από τον χαρακτηρισμό που προσέδωσαν σε αυτήν τα συμβαλλόμενα μέρη ή ο νόμος, αξιολογεί τα πραγματικά περιστατικά που εκτίθενται στο δικόγραφο της αγωγής και, εφόσον στη συνέχεια ήθελαν προκύψει και από την αποδεικτική διαδικασία, προσδίδει τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό στη παροχή αυτή (σχετ. ΑΠ 614/1991, γενικώς ΟλΑΠ 7/2011, ΟλΑΠ 18/2006).
 
ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ
Στην συγκεκριμένη υπόθεση : Κρίνοντας ως ανωτέρω με την προσβαλλόμενη απόφαση το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας, παραβίασε τις προαναφερόμενες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 648 , 649 ,651 ,652, 653 και 659 του ΑΚ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 2 παρ. 4 του Π.Δ. 229/1994, 2 παρ. 1 και 4 παρ1-2 του Π.Δ. 246/2006 και 3 παρ.3 και 6 της 1189/37/8.1.2003 ΥΑ, αφού, όπως ήδη σημειώθηκε, από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η επίδικη παροχή ( επίδομα ) αποτελεί πρόσθετη αμοιβή για την εκτελούμενη από τους ενάγοντες πρόσθετη εργασία εισπράκτορα, αμοιβή που προβλέπεται από τις οικείες ΣΣΕ ή ΔΑ και δεν προϋποθέτει την ύπαρξη ειδικής συμφωνίας και στην καταβολή της οποίας ενέχεται η εναγομένη, η οποία συνεπώς νομιμοποιείται στην προκείμενη περίπτωση παθητικά, ανεξαρτήτως του αν οι ενάγοντες, έχοντας προσληφθεί από τον ιδιοκτήτη ή τους συνιδιοκτήτες του αντίστοιχου λεωφορείου που έχει ενταχθεί ή έχει εκμισθωθεί στην ΚΤΕΛ ΑΕ, δεν περιλαμβάνονται στο προσωπικό της , ως υπάλληλοι αυτής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει, κατά παραδοχή ως βασίμου του μοναδικού από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ λόγου αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου είναι εφικτή η συγκρότηση από άλλον δικαστή (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τα δικαστικά δε έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους, καθόσον η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής.
 
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Στη προκείμενη περίπτωση, οι αναιρεσείοντες – υπέρ ων η πρόσθετη παρέμβαση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση του δικογράφου της ένδικης από 22.12.2009 αγωγής τους, την οποία άσκησαν ενώπιον του Ειρηνοδικείου Χαλκίδας, ισχυρίστηκαν ότι προσλήφθηκαν με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου από τους ιδιοκτήτες των αναφερόμενων λεωφορείων, τα οποία ήταν ενταγμένα στη δύναμη της εναγομένης, και απασχολήθηκαν ως οδηγοί λεωφορείων χωρίς εισπράκτορα, ότι πέραν της κύριας εργασίας τους ως οδηγών εκτελούσαν και τα καθήκοντα του εισπράκτορα και ότι για την πρόσθετη αυτή απασχόλησή τους η εναγομένη κατά τα έτη 2004-2009 δεν τους κατέβαλε το επίδομα που προβλέπεται από τις οικείες ΣΣΕ και ΔΑ για τους οδηγούς λεωφορείων χωρίς εισπράκτορα, με βάση δε τα περιστατικά αυτά ζήτησαν να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον καθένα για την παραπάνω αιτία το ποσό των 9.507 ευρώ με τον νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας με την προσβαλλόμενη εδώ 287/2014 απόφασή του , δικάζοντας επί της από 22.10.2011 εφέσεως της εναγομένης και ήδη αναιρεσίβλητης κατά της 345/2011 απόφασης του Ειρηνοδικείου Χαλκίδας, που είχε δεχθεί την αγωγή, δέχθηκε την έφεση , εξαφάνισε την ως άνω πρωτόδικη απόφαση και απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη για έλλειψη παθητικής νομιμοποίησης της εναγομένης με το σκεπτικό ότι ” …εργοδότης του κάθε ενάγοντος είναι ο ιδιοκτήτης του λεωφορείου που οδηγεί, με τον οποίο συνδέεται με σχέση εξαρτημένης εργασίας… Ο εργοδότης τους βαρύνεται με την μισθοδοσία τους και την ασφαλιστική τους κάλυψη ανεξάρτητα από το γεγονός ότι αυτή καταβάλλεται από την εναγομένη ως εντολοδόχο και διαχειρίστρια των εργοδοτών τους ,με τους οποίους συνδέεται με σύμβαση μίσθωσης” , ο δε ισχυρισμός των εναγόντων ότι το επίδικο επίδομα συνιστά πρόσθετη παροχή , η οποία βαρύνει το ΚΤΕΛ ” δεν αναιρεί τα ανωτέρω , αφού και σε αυτή την περίπτωση δεν θεμελιώνεται παθητική νομιμοποίηση της εναγομένης , με την οποία ο εργαζόμενος δε συνδέεται με συμβατικό δεσμό. Το αντίθετο επίσης δεν συνάγεται από τα προβλεπόμενα στις αναφερθείσες… ανωτέρω ΥΑ , οι οποίες … καθορίζουν τους βασικούς όρους των συμβάσεων μισθώσεως, ιδίως τις ελάχιστες υποχρεώσεις των συμβαλλόμενων μερών …και αφορούν τις σχέσεις μεταξύ ΚΤΕΛ ΑΕ και ιδιοκτήτη -μετόχου-εκμισθωτή του λεωφορείου και επομένως δεν μπορούν να επηρεάσουν τη συμβατική σχέση εργοδότη-εργαζομένου , ούτε να θεμελιώσουν την παθητική νομιμοποίηση της εναγομένης για τη καταβολή του επιδόματος οδήγησης λεωφορείου χωρ …Σε κάθε περίπτωση το ένδικο επίδομα δεν αναφέρεται στις περιλαμβανόμενες περιπτώσεις των χαρακτηριζόμενων ως πρόσθετων αποδοχών αλλά με βάση τα αναφερόμενα στην αγωγή πρόκειται για μέρος των τακτικών αποδοχών των εναγόντων , αφού αυτοί επικαλούνται ότι σε μόνιμη βάση και καθημερινά οδηγούν λεωφορεία χωρίς εισπράκτορα και αιτούνται την καταβολή του επιδόματος για 25 ημέρες κάθε μήνα… Τέλος η παθητική νομιμοποίηση της εναγομένης δεν μπορεί να θεμελιωθεί ούτε σε συμφωνία μεταξύ εργοδότη-ιδιοκτήτη του λεωφορείου , του εργαζόμενου και του ΚΤΕΛ να αναλάβει η ΚΤΕΛ ΑΕ την ως άνω υποχρέωση , αφού στο δικόγραφο … δεν εκτίθεται εξαιρετική συμφωνία περί ανάληψης της ενοχής ή περί αναδοχής του χρέους από την εναγομένη”. Κρίνοντας ως ανωτέρω με την προσβαλλόμενη απόφαση το Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας, παραβίασε τις προαναφερόμενες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 648 , 649 ,651 ,652, 653 και 659 του ΑΚ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 2 παρ. 4 του Π.Δ. 229/1994, 2 παρ. 1 και 4 παρ1-2 του Π.Δ. 246/2006 και 3 παρ.3 και 6 της 1189/37/8.1.2003 ΥΑ, αφού, όπως ήδη σημειώθηκε, από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι η επίδικη παροχή ( επίδομα ) αποτελεί πρόσθετη αμοιβή για την εκτελούμενη από τους ενάγοντες πρόσθετη εργασία εισπράκτορα, αμοιβή που προβλέπεται από τις οικείες ΣΣΕ ή ΔΑ και δεν προϋποθέτει την ύπαρξη ειδικής συμφωνίας και στην καταβολή της οποίας ενέχεται η εναγομένη, η οποία συνεπώς νομιμοποιείται στην προκείμενη περίπτωση παθητικά, ανεξαρτήτως του αν οι ενάγοντες, έχοντας προσληφθεί από τον ιδιοκτήτη ή τους συνιδιοκτήτες του αντίστοιχου λεωφορείου που έχει ενταχθεί ή έχει εκμισθωθεί στην ΚΤΕΛ ΑΕ, δεν περιλαμβάνονται στο προσωπικό της , ως υπάλληλοι αυτής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει, κατά παραδοχή ως βασίμου του μοναδικού από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ λόγου αναίρεσης, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου είναι εφικτή η συγκρότηση από άλλον δικαστή (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τα δικαστικά δε έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν στο σύνολό τους, καθόσον η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθ. 179 και 183 του ΚΠολΔ). ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Συνεκδικάζει την από 17.4.2015 και με αριθ. κατάθ. …21.7.2015 αίτηση αναίρεσης με την από 13.10.2016 και με αριθ. καταθ. ….10.2016 πρόσθετη υπέρ των αναιρεσειόντων παρέμβαση. Αναιρεί την 287/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας. Παραπέμπει την υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλον δικαστή ,για περαιτέρω εκδίκαση. Συμψηφίζει στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 23 Μαΐου 2017. ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 14 Ιουνίου 2017.