Η γυναίκα στην εργασία

7 στις 10 γυναίκες υφίστανται διάκριση στην εργασία
November 7, 2023
Αλλάζει το επίδομα ανεργίας;
November 9, 2023
7 στις 10 γυναίκες υφίστανται διάκριση στην εργασία
November 7, 2023
Αλλάζει το επίδομα ανεργίας;
November 9, 2023

Της Δικηγόρου – Δημοσιολόγου, Μαριάννας Κατσιάδα Καρούζου*.

Μολονότι, το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα μας αποκλιμακώνεται σε ποσοστό 10%, ο δείκτης ανεργίας στις κατηγορίες εργαζομένων που απαρτίζονται από νέους και γυναίκες, παραμένει σημαντικά αυξημένος.

Ειδικά, σύμφωνα με τα πρόσφατα στατιστικά δεδομένα, τον Σεπτέμβριο του 2023, το ποσοστό ανεργίας στις γυναίκες στη Χώρα μας καταγράφηκε σε ποσοστό 12,4%, τη στιγμή που στους άνδρες εργαζόμενους το ποσοστό ανεργίας καταγράφηκε σε 8%. Έτσι, η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντικό  χάσμα μεταξύ της ανεργίας των δύο φύλων.

Σε επίπεδο διευθυντικών θέσεων, η Χώρα μας σημειώνει χαμηλά ποσοστά στις γυναίκες που κατέχουν στελεχιακές θέσεις ευθύνης. Συγκεκριμένα, οι γυναίκες που κατέχουν υψηλόβαθμες θέσεις και συμμετέχουν στο Διοικητικό Συμβούλιο εισηγμένων εταιρειών ανέρχονται σε ποσοστό μόλις 25,3% στην Ε.Ε., με τη Γαλλία να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση με ποσοστό 43,4% λόγω υιοθέτησης σχετικής νομοθεσίας υπέρ της ενίσχυσης του υποεκπροσωπούμενου φύλου μέσω του μέτρου της ποσόστωσης ήδη από το 2011. Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό με βάση την ετήσια έκθεση του 2018 για την Ισότητα μεταξύ Γυναικών και Ανδρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, είναι 11,3%. Σύμφωνα με τη φετινή έρευνα της Grant Thornton για το Γυναικείο Επιχειρείν, στην Ελλάδα, το ποσοστό των γυναικών που βρίσκονται σε θέσεις διευθύνουσας συμβούλου και γενικής διευθύντριας ανέρχεται μόλις στο 14%.

Σχεδόν το ένα τρίτο των απασχολούμενων γυναικών εργάζεται με μερική απασχόληση. Και σ’ αυτό το σημείο, η απόκλιση των ποσοστών μεταξύ γυναικών και ανδρών εργαζομένων είναι μεγάλη. Στην ΕΕ το 2016, το 32% των απασχολούμενων γυναικών εργαζόταν με μερική απασχόληση, συγκριτικά με το 9% των ανδρών. Τα σχετικά ποσοστά παρουσιάζουν διαφορές ανάμεσα στα κράτη μέλη, με το μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών που εργαζόταν με μερική απασχόληση να καταγράφεται στην Ολλανδία (77%), την Αυστρία (47%) και τη Γερμανία (46%), ενώ για τους άνδρες στην Ολλανδία (26%) και τη Δανία (17%). Το μικρότερο ποσοστό τόσο γυναικών όσο και ανδρών που εργάζονταν με μερική απασχόληση σημειώθηκε στη Βουλγαρία (2% για γυναίκες και άνδρες).

Με όλα αυτά τα δεδομένα, καθίσταται σαφές ότι το γυναικείο εργατικό δυναμικό δεν χαρακτηρίζεται άδικα ως μία από τις πιο ευάλωτες ομάδες στην αγορά εργασίας. Γεγονός, που τις καθιστά και ευάλωτες σε περιστατικά παρενοχλήσεων και έμφυλων διακρίσεων στον εργασιακό τους χώρο.

Ειδικά, το 67% των γυναικών έχει δηλώσει ότι έχει υποστεί περιστατικό παρενόχλησης και απαγορευμένης διάκρισης τουλάχιστον μία φορά στον εργασιακό βίο. Ενώ 7 στις 10 γυναίκες, έχουν παραδεχθεί ότι σε επίπεδο συνέντευξης για την κατάληψη θέσης εργασίας, έχουν ερωτηθεί για την προσωπική τους ζωή, αν είναι έγγαμες με τέκνα, αν σκοπεύουν να κυοφορήσουν και σε ποιο χρονικό ορίζοντα.

Έχει δε καταγραφεί ότι τα ποσοστά παρενόχλησης είναι ιδιαιτέρως αυξημένα στις γυναίκες πανεπιστημιακής μόρφωσης και εκπαίδευσης, όπως και στις ειδικευμένες υπαλλήλους, με τα ποσοστά ανέρχονται περίπου στο 74%. Και τούτο διότι, οι γυναίκες αυτές λόγω των προσόντων τους κατέχουν θέσεις και ανταγωνίζονται άνδρες συναδέλφους τους, πράγμα που τις εκθέτει σε υψηλότερο κίνδυνο να δεχθούν παρενοχλητικές συμπεριφορές.

Στον τομέα της σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, το 85,8% των θυμάτων σεξουαλικής βίας είναι γυναίκες και το 98,3% των δραστών με καταδίκη είναι άνδρες.

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, κατά την άποψη μου δεν θα μπορέσουμε να περιορίσουμε τα φαινόμενα έμφυλης ανισότητας αν δεν απαγκιστρωθούμε από την προκατάληψη ότι οι γυναίκες διαδραματίζουν επικουρικό ρόλο στην αγορά εργασίας. Από ότι φαίνεται, τα προστατευτικά μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρις στιγμής σε εθνικό επίπεδο, όπως η προστασία εγκύου και νέας μητέρας από την απόλυση, η απαγόρευση διακρίσεων λόγω φύλου, η προστασία από την απόλυση σε περίπτωση διεκδίκησης δικαιωμάτων συνδεόμενων με τη μητρότητα, δεν είναι αρκετά. Θα πρέπει να υπάρξει γόνιμος διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους και να ληφθούν κίνητρα για την πρόσληψη και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας γυναικών εργαζομένων και μέτρα υπέρ της ενίσχυσης του υποεκπροσωπούμενου φύλου μέσω μηχανισμών όπως η ποσόστωση.


*Η Μαριάννα Κατσιάδα Καρούζου είναι Δικηγόρος, με εξειδίκευση σε θέματα διοικητικού, ιδίως δημοσιοϋπαλληλικού και πειθαρχικού δικαίου, με μεταπτυχιακές σπουδές στον τομέα του δημοσίου δικαίου και πολιτικής επιστήμης, καθώς και συνεργάτης του Δικηγορικού Γραφείου Γιάννης Καρούζος & Συνεργάτες.