της Παππά Μαρίας, Δικηγόρου, Υπ. Διδάκτορος Νομικής Δ.Π.Θ.
Συνεργάτιδας της Δικηγορικής Εταιρείας «Καρούζος Γιάννης & Συνεργάτες»
Στις 21 Ιουλίου 2025, κατατέθηκε το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών με τίτλο: «Αναμόρφωση του πειθαρχικού δικαίου των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα, σύσταση Ελληνικού Κέντρου Εμπειρογνωμοσύνης Διοικητικών Μεταρρυθμίσεων και λοιπές διατάξεις».
Στο νομοσχέδιο προβλέπονται αλλαγές στο πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ για πρώτη φορά η άρνηση αξιολόγησης επί δυο συνεχόμενες αξιολογικές περιόδους οδηγεί σε απόλυση. Προστίθενται δε νέες πειθαρχικές ποινές, που επιβάλλονται σε ορισμένα πειθαρχικά παραπτώματα. Αυτές είναι η στέρηση του δικαιώματος χορήγησης μισθολογικού κλιμακίου από ένα (1) έως πέντε (5) έτη, η αφαίρεση έως τεσσάρων μισθολογικών κλιμακίων και η απαγόρευση άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου κατ’ αναπλήρωση ή με ειδικές διατάξεις για διάστημα από ένα (1) έως πέντε (5) έτη. Συλλήβδην, οι πειθαρχικές ποινές – από την επίπληξη έως την απόλυση – που επιβάλλονται στους υπαλλήλους προβλέπονται να είναι σε αξιολογική σειρά κατ’ αύξουσα βαρύτητα, ενώ μεταξύ των περιοριστικά αναφερόμενων πειθαρχικών παραπτωμάτων που επιβάλλεται η ποινή της οριστικής παύσης, συμπεριλαμβάνεται – όπως προαναφέρθηκε – η για δύο (2) συνεχόμενες αξιολογικές περιόδους άρνηση του υπαλλήλου να λάβει μέρος, να διευκολύνει ή να προβεί στη διαδικασία αξιολόγησης είτε ως αξιολογητής είτε ως αξιολογούμενος.
Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου αναφέρεται ότι με τις αξιολογούμενες ρυθμίσεις επιχειρείται πρωτίστως η αντιμετώπιση χρόνιων καθυστερήσεων που έχουν παρουσιαστεί στο πλαίσιο της πειθαρχικής διαδικασίας στον εν γένει δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τηρούμενα στατιστικά στοιχεία, μέχρι και τη λήξη του έτους 2024, περί τις 2.300 πειθαρχικές υποθέσεις ήταν σε εκκρεμότητα στα 100 Πρωτοβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια του Δημοσίου, ενώ σε πολλές περιπτώσεις η ολοκλήρωση των διαδικασιών μπορεί να πλησιάσει ή ακόμα και να ξεπεράσει τα πέντε (5) έτη.
Ειδικότερα, ο βασικός λόγος των καθυστερήσεων εντοπίζεται στον τρόπο συγκρότησης των Πρωτοβάθμιων Πειθαρχικών Συμβουλίων. Διευρευνάται λοιπόν, η σύσταση στο Υπουργείο Εσωτερικών συλλογικού οργάνου με την ονομασία «Πειθαρχικό Συμβούλιο Ανθρωπίνου Δυναμικού Δημόσιου Τομέα», το οποίο και θα είναι αρμόδιο για την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας στους υπαλλήλους του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ.. Θα αποτελείται δε από εξήντα (60) μέλη, λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τα οποία κατά τη διάρκεια της θητείας τους απαλλάσσονται από κάθε άλλη υπηρεσία με εξαίρεση τους Νομικούς Συμβούλους, ενώ καθορίζεται και ο τρόπος λειτουργίας του Πειθαρχικού Συμβουλίου με τη συγκρότηση τριμελών και πενταμελών κλιμακίων, καθώς και Ειδικού Πενταμελούς Κλιμακίου και προσδιορίζονται οι αρμοδιότητες των κλιμακίων και του Συντονιστή αυτού. Εύλογα εν προκειμένω ανακύπτουν επιφυλάξεις σχετικά με τη συγκέντρωση της κρίσης σε ένα κεντρικό συμβούλιο και δη με την ενδεχόμενη τυπολατρική λειτουργία του αντί αυτής με γνώμονα της ιδιαιτερότητες της κάθε υπηρεσίας.
Το ενδιαφέρον προκαλεί εξίσου και ο θεσμός της πειθαρχικής συνδιαλλαγής ενώπιον του ανώτατου μονομελούς πειθαρχικού οργάνου του φορέα, κατόπιν αιτήματος του πειθαρχικώς διωκόμενου υπαλλήλου, για την οποία εκδίδεται πρακτικό συνδιαλλαγής, το οποίο εκτιμάται από το πειθαρχικό συμβούλιο. Ουσιαστικά επιτρέπεται στον υπάλληλο να αποδεχθεί την αποδιδόμενη κατηγορία με απώτερο στόχο την επιβολή ηπιότερης ποινής, με εξαίρεση σοβαρές υποθέσεις, όπως αυτές που οδηγούν σε οριστική απόλυση ή αφορούν βλάβη των οικονομικών συμφερόντων του δημόσιου τομέα.
Συνοψίζοντας λοιπόν, με το επίμαχο νομοσχέδιο σημαδοτείται αποφασιστική στροφή προς την ταχύτητα, την ακρίβεια και την επιβολή πειθαρχικής δικαιοσύνης στον δημόσιο τομέα. Εάν εφαρμοστεί ισορροπημένα, μπορεί να ενισχύσει τη λογοδοσία, να μειώσει στις καθυστερήσεις και να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα της υπηρεσίας. Ωστόσο, απαιτείται προσοχή, ώστε να μην καταστεί εργαλείο πίεσης των δημοσίων υπαλλήλων, ιδίως σε ευαίσθητα ζητήματα αξιολόγησης και υποχρεωτικότητας.



