Η αναγνώριση της προϋπηρεσίας των συμβασιούχων του Δημοσίου

0
132

Της Δήμητρας Καραδήμα, Δικηγόρου-Εργατολόγου

Συνεργάτης  της Δικηγορικής Εταιρείας Καρούζος Γιάννης & Συνεργάτες

Α. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΕ ΔΙΑΔΟΧΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ (ΙΔΟΧ) ή ΕΡΓΟΥ ΠΟΥ Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΕΧΕΙ ΜΕΤΑΤΡΑΠΕΙ ΣΕ ΑΟΡΙΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ (ΙΔΑΧ) ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΠΔ 164/2004:

Με το Π.Δ. 164/2004Ρυθμίσεις για τους εργαζομένους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο δημόσιο τομέα” (ΦΕΚ Α 134), που άρχισε να ισχύει από 19.7.2004, εξειδικεύθηκαν οι συνθήκες, υπό τις οποίες οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ή έργου θεωρούνται διαδοχικές και ορίσθηκαν οι προϋποθέσεις για τη μετατροπή τους σε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου. Από τις διατάξεις του Π.Δ/τος 164/2004, όπως συμπληρώθηκαν με τον Ν. 3320/2005, προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι του Δημοσίου, των ΝΠΔΔ, των ΝΠΙΔ και των ΟΤΑ, που απασχολήθηκαν προς κάλυψη παγίων και διαρκών αναγκών του οικείου φορέα δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου ή έργου που έχουν μετατραπεί σε συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου από το ΑΣΕΠ, επειδή πληρούσαν τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 του Π.Δ. 164/2004, οι οποίοι στη συνέχεια κατετάγησαν σε υφιστάμενες ή προς τούτο συνιστώμενες κενές οργανικές θέσεις αντίστοιχης ή παρεμφερούς ειδικότητας στον οικείο φορέα, εντάσσονται στο μισθολογικό κλιμάκιο της θέσης κατάταξής τους που αντιστοιχεί στο σύνολο του ανωτέρω χρόνου υπηρεσίας τους στον οικείο φορέα δυνάμει των διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου ή έργου (ΑΠ 539/2020, ΑΠ 1694/2014).  Από καμία διάταξη δεν συνάγεται ότι για την ένταξη των πιο πάνω υπαλλήλων στο αντίστοιχο μισθολογικό κλιμάκιο θα ληφθεί υπόψη μόνο το ελάχιστο όριο των δύο ετών απασχόλησης στον οικείο φορέα δυνάμει των διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου ή έργου, που απαιτείται κατά νόμο με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 του Π.Δ/τος 164/2004 για την αναγνώριση από το ΑΣΕΠ ότι αυτές συνιστούν εφεξής σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου. Η διετής προϋπηρεσία με διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή έργου ήταν προϋπόθεση για την αναγνώριση της σύμβασης ως αορίστου χρόνου. Όμως για την ορθή βαθμολογική και μισθολογική ένταξη δέον όπως λαμβάνεται υπόψη ΟΛΟΣ ο χρόνος προϋπηρεσίας με τις διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ή έργου.

Δηλαδή, οι οικείοι φορείς πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το σύνολο του χρονικού διαστήματος της εργασίας των εν λόγω υπαλλήλων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή έργου, για την ορθή κατάταξή τους σε μισθολογικό κλιμάκιο με βάση την πραγματική συνολική προϋπηρεσία τους. Η τυχόν μη αναγνώριση από τον οικείο φορέα της προϋπηρεσίας των υπαλλήλων που εργάσθηκαν με διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή έργου, κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα, επιφέρει ζημία στους υπαλλήλους και έχει δυσμενείς συνέπειες στη μισθολογική και βαθμολογική τους κατάσταση. Συνεπώς, οι εν λόγω υπάλληλοι έχουν νόμιμο δικαίωμα και έννομο συμφέρον για τη δικαστική αναγνώριση της προϋπηρεσίας τους, καθώς έχουν απωλέσει το αυτονόητο δικαίωμά τους για μισθολογική και βαθμολογική αναγνώριση της προϋπηρεσίας τους, κατά την οποία παρείχαν τις υπηρεσίες τους με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ή έργου.

Β. ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΜΕ ΔΙΑΔΟΧΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΟΥ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΙΤΕ ΔΕΝ ΠΛΗΡΟΥΣΑΝ ΤΙΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΔ 164/2004 ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΘΗΚΑΝ ΩΣ ΑΟΡΙΣΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ, ΕΙΤΕ ΚΑΤΑΡΤΙΣΘΗΚΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΠΔ 164/2004:

Καταρχήν, κατ’ αρ. 11 παρ. 4 Ν. 4354/15 και υπ’ αρ. 2/31029/ΔΕΠ/06-05-2016 Εγκύκλιο ΓΛΚ  για την αναγνώριση προϋπηρεσίας για μισθολογική εξέλιξη αποκλείονται οι συμβάσεις έργου. Ωστόσο, όπως γίνεται παγίως δεκτό, ουδόλως αρκεί ο χαρακτηρισμός της σύμβασης από τα μέρη ως σύμβαση έργου, αλλά προϋποθέτει σύναψη έγκυρης – γνήσιας σύμβασης έργου, κρίση η οποία εναπόκειται στο Δικαστήριο, το οποίο, μετ` αξιολόγηση των αποδεικνυομένων πραγματικών περιστατικών προσδίδει τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό, χωρίς να δεσμεύεται από τον χαρακτηρισμό, τον οποίο έδωσαν οι συμβαλλόμενοι στην σύμβαση. Σύμφωνα δε με πρόσφατη νομολογία, από την απαγόρευση «μετατροπής» από τον νόμο (αναθεωρημένες διατάξεις του άρθρου 103 παρ. 7 και 8 του Συντάγματος) των συμβάσεων ορισμένου σε αορίστου χρόνου δεν συνάγεται και απαγόρευση για την αναγνώριση του πραγματικού χαρακτήρα ορισμένης σχέσης, που δεν είναι «μετατροπή» αλλά ορθός νομικός χαρακτηρισμός της έννομης σχέσης κατά τη δικαστική διαδικασία.

Δηλαδή, όπως έχει κριθεί από τα Ελληνικά Δικαστήρια, το γεγονός ότι χαρακτηρίστηκαν μονομερώς από τον εκάστοτε φορέα ως συμβάσεις μίσθωσης έργου, κατά νομοθετική επιταγή, δεν απαγορεύει τον χαρακτηρισμό τους ως συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, δοθέντος ότι ο χαρακτηρισμός αυτός συνιστά κατ’ εξοχήν έργο της δικαιοδοτικής λειτουργίας, όπως οριοθετείται από τις διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 3 και 87 παρ. 3 του Συντάγματος και ανήκει στο Δικαστήριο, το οποίο, μετά από εκτίμηση όλων των πραγματικών περιστατικών που αποδεικνύονται στη συγκεκριμένη περίπτωση, ερμηνεύοντας το περιεχόμενο των συμβάσεων, όπως απαιτούν η καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, δύναται να χαρακτηρίσει αυτές, ως εξαρτημένης εργασίας, χωρίς να δεσμεύεται από τον χαρακτηρισμό που δίνουν οι συμβαλλόμενοι ή ο νόμος. Η δυνατότητα του ορθού νομικού χαρακτηρισμού μίας έννομης σχέσης ως σύμβασης εργασίας ή έργου δεν αποκλείεται ακόμη και στις εργασιακές σχέσεις του Δημοσίου ή του ευρύτερου δημοσίου τομέα.

Συνεπώς, οι υπάλληλοι με διαδοχικές συμβάσεις έργου, οι οποίες είτε δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις του ΠΔ 164/2004 και δεν αναγνωρίσθηκαν ως αορίστου χρόνου, είτε καταρτίσθηκαν μετά την έναρξη ισχύος του ΠΔ 164/2004, και παρείχαν την εργασία τους στο Δημόσιο, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΔ, ΟΤΑ και Νομικά Πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου χαρακτήρα και μεταγενεστέρως κατατάχθηκαν σε οργανική θέση μπορούν να προσφύγουν δικαστικώς και να πετύχουν την αναγνώριση της προϋπηρεσίας τους. Προς τούτου θα πρέπει να αποδειχθεί ότι τελούσαν   υπό την πλήρη εξάρτηση του φορέα που τους προσέλαβε με συμβάσεις έργου και ότι προσέφεραν τις υπηρεσίες τους προς εξυπηρέτηση πάγιων και διαρκών αναγκών του φορέα, υπό την εποπτεία, τις οδηγίες και τον έλεγχό του, που ασκούνταν μέσω των οριζόμενων από αυτόν υπευθύνων. Επίσης, θα πρέπει να προκύπτει ότι εργάσθηκαν με όμοια εργασιακά καθήκοντα με τους μόνιμους υπαλλήλους, με καθημερινό ωράριο, όμοιο με αυτό των μόνιμων υπαλλήλων και αμειβόμενοι με όμοιο μισθό με αυτό των μόνιμων υπαλλήλων.

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here