Πώς προστατεύεται η έγκυος από την απόλυση;

0
109
Η προστασία της μητρότητας αποτελεί θεμελιώδη αρχή του εργατικού δικαίου και αντανακλά τη βούληση του νομοθέτη να διασφαλίσει ότι η εγκυμοσύνη και η γονεϊκότητα δεν θα αποτελέσουν λόγο εργασιακής ανασφάλειας. Στο πλαίσιο αυτό, έχουν θεσπιστεί ειδικές ρυθμίσεις που ενισχύουν την εργασιακή θέση των εγκύων και νέων γονέων, θέτοντας σαφή όρια στις δυνατότητες του εργοδότη να λύσει τη σχέση εργασίας.

Η ελληνική εργατική νομοθεσία προβλέπει αυξημένη προστασία για τις εγκύους και τους νέους γονείς, απαγορεύοντας την απόλυση της εργαζόμενης γυναίκας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και για δεκαοκτώ μήνες μετά τον τοκετό ή για μεγαλύτερο διάστημα, εάν υπάρχει ασθένεια συνδεόμενη με την κύηση ή τον τοκετό. Αντίστοιχη προστασία παρέχεται και στον εργαζόμενο πατέρα για έξι μήνες μετά τον τοκετό. Απόλυση επιτρέπεται μόνο όταν συντρέχει «σπουδαίος λόγος», ο οποίος δεν μπορεί να αφορά σε μειωμένη απόδοση λόγω εγκυμοσύνης ή σε οικογενειακές υποχρεώσεις. Ο εργοδότης που καταγγέλλει τη σύμβαση εγκύου ή νέας μητέρας (ή νέου πατέρα αντίστοιχα) για σπουδαίο λόγο, υποχρεούται να αιτιολογήσει την καταγγελία γραπτώς και να προβεί σε κοινοποίηση της καταγγελίας στην Επιθεώρηση Εργασίας. Επισημαίνεται ότι η προστασία της εγκύου από την απόλυση παρέχεται ανεξαρτήτως γνώσης ή μη της εγκυμοσύνης, και μάλιστα ακόμα κι αν η εργαζόμενη πληροφορηθεί για την εγκυμοσύνη μετά την καταγγελία της σύμβασής της. Οι ρυθμίσεις αυτές καλύπτουν τόσο συμβάσεις αορίστου όσο και ορισμένου χρόνου.

Η προστασία αυτή, ωστόσο, αφορά αποκλειστικά την καταγγελία της σύμβασης και δεν καταλαμβάνει άλλους τρόπους λύσης της. Έτσι, σε σύμβαση ορισμένου χρόνου δεν παρεμποδίζεται η λήξη της με την πάροδο της συμφωνημένης διάρκειας και ο εργοδότης δεν υποχρεούται να παρατείνει τη σύμβαση λόγω εγκυμοσύνης. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να δημιουργηθεί δικαίωμα για σύναψη σύμβασης αορίστου χρόνου, όπως όταν π.χ. είχε δημιουργηθεί η πεποίθηση στην εργαζόμενη με σύμβαση δοκιμής για σύναψη οριστικής σύμβασης, μετά την επιτυχή δοκιμασία της, και η απόρριψη της σύναψης αυτής βασίζεται αποκλειστικά στην εγκυμοσύνη.

Ωστόσο, η ορισμένη διάρκεια της σύμβασης πρέπει να έχει εγκύρως συμφωνηθεί. Αν δεν υφίσταται αντικειμενικός λόγος που να δικαιολογεί τον προσδιορισμένο χρόνο, ο σχετικός όρος θεωρείται άκυρος, η σύμβαση μετατρέπεται σε αορίστου χρόνου και η έγκυος εργαζόμενη απολαμβάνει πλήρη προστασία έναντι απόλυσης. Το ίδιο ισχύει όταν ο καθορισμός ορισμένου χρόνου επιχειρείται καταχρηστικά, με σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων που διέπουν τις απολύσεις σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, οπότε εφαρμόζονται κανονικά όλες οι προστατευτικές ρυθμίσεις.

Οι διατάξεις αυτές υπογραμμίζουν τη σημασία της ουσιαστικής προστασίας της μητρότητας και της γονεϊκότητας στην εργασία. Διασφαλίζουν ότι η δημιουργία οικογένειας δεν θα λειτουργήσει ως εμπόδιο στην επαγγελματική πορεία και ότι οι εργοδότες οφείλουν να λειτουργούν μέσα σε σαφές, δίκαιο και ανθρώπινο πλαίσιο.

Δικηγόρος Εργατολόγος