Ως μισθός στη σύμβαση εργασίας θεωρείται κάθε παροχή,
την οποία με βάση το νόμο ή τη σύμβαση καταβάλλει ο εργοδότης στον εργαζόμενο ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας. Τυχόν πρόσθετες παροχές που δίνονται από τον εργοδότη στον εργαζόμενο εκουσίως από ελευθεριότητα και όχι από νόμιμη υποχρέωση ή με πρόθεση, εκδηλούμενη και από τα δύο μέρη, να αποτελέσουν αντάλλαγμα για την παρεχόμενη εργασία, δεν έχουν το χαρακτήρα μισθού, με αποτέλεσμα ο εργοδότης να έχει τη δυνατότητα να τις ανακαλέσει οποτεδήποτε και να παύσει τη χορήγησή τους. Τέτοιου είδους οικειοθελής παροχή αποτελεί και το bonus – πριμ παραγωγικότητας που τυχόν χορηγεί ο εργοδότης οικειοθελώς και από ελευθεριότητα, σε περίπτωση που παρουσιάζεται κερδοφορία στην εταιρεία, ως κίνητρο προς δραστηριοποίηση των υπαλλήλων του κατά τα επόμενα έτη. Σε περίπτωση μάλιστα που ο εργοδότης επεφύλαξε για τον εαυτό του το δικαίωμα να διακόπτει ελευθέρως και μονομερώς την εν λόγω οικειοθελή παροχή οποτεδήποτε, τότε ο ίδιος έχει κάθε δικαίωμα να σταματήσει τη χορήγηση της.