Το νόμιμο ημερήσιο ωράριο εργασίας των εργαζόμενων που έχουν προσληφθεί
με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου μιας ή δυο ημερών και ως εκ τούτου δεν εφαρμόζουν πενθήμερο πρόγραμμα εβδομαδιαίας εργασίας, είναι οι οκτώ ώρες ημερησίως και πιθανή υπέρβαση αποτελεί υπερωριακή απασχόληση.
Αυτό επισημαίνει το υπουργείο Εργασίας σε έγγραφο – απάντηση (υπ´ αριθμ. 5064/125/2017) επί σχετικού ερωτήματος που υποβλήθηκε.
Οπως υπογραμμίζεται, υπερωριακή απασχόληση επιτρέπεται για 2 ώρες ημερησίως και έως 120 ώρες ετησίως, με υποχρεωτική καταχώρηση της στο Ειδικό Βιβλίο Υπερωριών που τηρείται από τον εργοδότη, πριν από την έναρξη πραγματοποίησής της (εδ. 2 της υποπαρ. ΙΑ13, της παρ.ΙΑ, του άρθρου πρώτου του Ν.4093/2012, σε συνδυασμό με το άρθρο 80 του Ν.4144/2013 – Απαιτείται από τον εργοδότη υποβολή στο ΕΡΓΑΝΗ εντύπου Ε8 )
Το νομοθετικό πλαίσιο
- Mε το άρθρο 2 του Ν. 2269/20 (145 Α ́), που κύρωσε τη σύμβαση της Διεθνούς Συνδιάσκεψης Εργασίας της Ουάσινγκτον, το νόμιμο ημερήσιο ωράριο των μισθωτών καθορίστηκε σε οκτώ (8) ώρες ημερήσιας εργασίας. Η εν λόγω σύμβαση αναφερόταν στις βιομηχανίες, βιοτεχνίες, τα μεταλλεία, τα λατομεία και ορυχεία και τις μεταφορές.
- Με το άρθρο 2 του Π.Δ. 27-6/4-7-1932 (ΦΕΚ Α ́ 212) «Περί κωδικοποιήσεως και συμπληρώσεως των περί οκταώρου εργασίας διατάξεων», καθιερώθηκε στις βιομηχανικές, βιοτεχνικές επιχειρήσεις και εργασίες, οι οποίες καθορίζονται περιοριστικά στο άρθρο 1 αυτού, οκτάωρη ημερήσια και σαρανταοκτάωρη εβδομαδιαία απασχόληση, ενώ με νεότερες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, η εφαρμογή τους επεκτάθηκε και σε άλλες επιχειρήσεις.
- Επιπροσθέτως, με το άρθρο 6 της από 14/02/84 ΕΓΣΕΕ, η διάρκεια της εβδομαδιαίας εργασίας των εργαζομένων που απασχολούνται με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου σε οποιοδήποτε εργοδότη όλης της χώρας, ορίστηκε σε 40 ώρες.
- Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Π.Δ. 88/1999 (Φ.Ε.Κ. Α’ 94), ο χρόνος εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά περίοδο το πολύ τεσσάρων (4) μηνών τις σαράντα οκτώ (48) ώρες κατά μέσο όρο,συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών. Οι περίοδοι ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών και οι περίοδοι άδειας ασθενείας δεν συνεκτιμώνται ή είναι ουδέτερες, όσον αφορά τον υπολογισμό του μέσου όρου. Για κάθε περίοδο 24 ωρών, η ελάχιστη ανάπαυση δεν μπορεί να είναι κατώτερη από έντεκα (11) ώρες (αρ. 3 του Π.Δ/τος 88/99, όπως ισχύει με την υποπαρ. ΙΑ 14, περ. 3 του Ν. 4093/2012 ).