Οι μισθοί αυξάνονται. Η αγοραστική τους δύναμη;

0
87

Του Γιάννη Καρούζου, Δικηγόρου-Εργατολόγου.

Σημαντική επιδείνωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών την τελευταία 15ετία και ειδικότερα από το 2009 έως το 2022 καταδεικνύουν τα στοιχεία που δημοσιεύει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών στο πλέον πρόσφατο τεύχος του περιοδικού «Οικονομικές Εξελίξεις».

Με μια ενδιαφέρουσα επεξεργασία στοιχείων της Eurostat (Εθνικοί Λογαριασμοί και μέσοι μισθοί εκφρασμένοι σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης – PPP) ο ερευνητής Βλάσης Μισσός σκιαγραφεί το αποτέλεσμα στο εισόδημα των ελλήνων μισθωτών από την υπερδεκαετή δημοσιονομική κρίση που συμπίεσε τις απολαβές στην εξαρτημένη εργασία, σε συνδυασμό με την πληθωριστική κρίση που ακολούθησε.

Τα συμπεράσματα είναι μάλλον απογοητευτικά. Σε όλες τις Διοικητικές Περιφέρειες της ελληνικής επικράτειας η αγοραστική δύναμη του μέσου μισθού μειώθηκε σημαντικά από το 2009 έως το 2022, με αποτέλεσμα οι τελευταίες θέσεις στην μακρά λίστα των 237 Περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταλαμβάνονται από ελληνικές επαρχίες.

Ειδικότερα, ουραγός της Ευρώπης – πάντα όσον αφορά στην  αγοραστική δύναμη των μισθών – εμφανίζεται το Βόρειο Αιγαίο, καθώς καταλαμβάνει την 237η θέση, δηλαδή την τελευταία ανάμεσα στις 237 ευρωπαϊκές περιφέρειες, έχοντας πέσει 35 θέσεις από την 202η θέση του 2009.

Αξίζει να σημειωθεί πως και οι 7 τελευταίες θέσεις της ευρωπαϊκής κατάταξης… ανήκουν στην Ελλάδα. Από την Κρήτη που καταλαμβάνει την 231η θέση (έχει χάσει 30 θέσεις από το 2009 όταν τερμάτιζε στην 201η θέση), τα Ιόνια Νησιά που κερδίζουν την 232η θέση (από την 186η  που είχαν το 2009, πριν τα προσπεράσουν δηλαδή 46 άλλες ευρωπαϊκές περιφέρειες που κατάφεραν να έχουν καλύτερη αγοραστική δύναμη στους μισθούς που πληρώνουν) και την Κεντρική Μακεδονία που φιγουράρει 233η (από 203η το 2009) έως την Δυτική Ελλάδα (234η θέση από 206η το 2009), την Θεσσαλία (235η θέση από 204η) και την Ήπειρο που παίρνει την 236η και προτελευταία θέση, η Ελλάδα αποδεικνύεται ουραγός στην αγοραστική δύναμη των μισθωτών.

Σύμφωνα, πάντα, με την μελέτη του ΚΕΠΕ δεν υπάρχει Περιφέρεια ελληνική που να κατάφερε να ξεπεράσει την βαριά κληρονομιά της δημοσιονομικής κρίσης και της πληθωριστικής που ακολούθησε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να πληρώνει καλύτερους μισθούς από το 2009 (πάντα σε αγοραστική δύναμη).

Ακόμη και η Αττική, που πληρώνει καλύτερους μισθούς εν γένει στην χώρα έπεσε 49 ολόκληρες θέσεις από το 2009 και πλέον τερματίζει στην 208η θέση, προσπεράστηκε δηλαδή από 49 άλλες ευρωπαϊκές περιφέρειες – κυρίως της ανατολικής Ευρώπης – που δίνουν καλύτερους μισθούς με όρους αγοραστικής δύναμης.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνας, η Ελλάδα το 2009 ανήκε στο club των μεσαίων προς φτωχότερων της Ευρώπης, μαζί με τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ (Ρουμανία, Βουλγαρία, Βαλτικές χώρες) και τον ευρωπαϊκό Νότο (Ισπανία, Πορτογαλία, Νότια Ιταλία). Κινούνταν κοντά στο 60% – 90% του ευρωπαϊκού μέσου μισθού σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, με τάσεις σύγκλισης προς το άνω άκρο. Έκτοτε όμως οι ισορροπίες άλλαξαν εις βάρος της χώρας μας και πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που δεν υπέστησαν την μνημονιακή βάσανο, προσπέρασαν την Ελλάδα.

Περιοχές όπως η Βαρσοβία, η Πράγα, η Μπρατισλάβα και η Βουδαπέστη, ενώ το 2009 κατέγραφαν μισθούς στο 60% – 90% του μέσου ευρωπαικού όρου, το 2022 έχουν μετακινηθεί στις κατηγορίες 100% – 130%, ακολουθώντας την αναπτυξιακή τροχιά των οικονομιών τους και ξεπερνώντας έτσι τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

«Η Τσεχία και η Σλοβακία, για παράδειγμα, δείχνουν μια σαφή άνοδο χάρη στη βιομηχανική τους ενσωμάτωση στις διεθνείς αλυσίδες αξίας της Κεντρικής Ευρώπης, ενώ η Πολωνία και η Ρουμανία παρουσιάζουν μερική βελτίωση, ιδίως στις πρωτεύουσες και στα μεγάλα αστικά τους κέντρα», αναφέρει ο ερευνητής.

Στον ευρωπαϊκό Νότο, η εικόνα παραμένει σχετικά στατική. Η Ιταλία εξακολουθεί να εμφανίζει έντονο εσωτερικό δυισμό Βορρά–Νότου. Η Λομβαρδία, η Εμίλια­Ρομάνια και το Βένετο βρίσκονται κοντά στο 120% – 130%, ενώ οι νότιες περιφέρειες κυμαίνονται κάτω από το 100%.

Στην Ισπανία, η Μαδρίτη και η Χώρα των Βάσκων βελτιώνονται, αλλά η Ανδαλουσία και άλλες νότιες περιοχές εξακολουθούν να υπολείπονται. Η Πορτογαλία επίσης παραμένει σχετικά χαμηλά, με τη Λισαβόνα να ξεχωρίζει ελαφρώς από τον εθνικό μέσο όρο. «Συνολικά, η περίοδος 2009 – 2022 χαρακτηρίζεται από ήπια σύγκλιση της Ανατολικής Ευρώπης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ ο Νότος της ΕΕ27 παραμένει στάσιμος», είναι το συμπέρασμα της μελέτης.

Πλην της Ελλάδας, η οποία χάνει σε αγοραστική δύναμη και μάλιστα πολύ. ..Το 2022, η μισθολογική κατάσταση των ελληνικών περιφερειών έχει επιδεινωθεί συγκριτικά με το 2009. Η Αττική συνεχίζει να εμφανίζει καλύτερους μισθούς σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, αλλά δεν καταφέρνει να συγκλίνει με τα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης. «Αυτό αντικατοπτρίζει την επίδραση της πολυετούς οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, τη μακροχρόνια συγκράτηση των μισθών που επιβλήθηκε από τις πολιτικές οικονομικής προσαρμογής, και την ασθενή επενδυτική δραστηριότητα που θα βοηθούσε στη μετάβαση σε κλάδους υψηλής παραγωγικότητας, σε αντίθεση με τις περιφέρειες της Ανατολικής Ευρώπης που μοιάζουν να ενσωματώνονται πιο αποτελεσματικά στις ανάγκες των διεθνών αγορών», επισημαίνει ο μελετητής.

Ειδικότερα, η οικονομική́ δραστηριότητα της Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης συγκεντρώνει τις υψηλότερες αμοιβές (σαφώς υψηλότεροι μισθοί καταγράφονταν σε περιφέρειες όπως το Λουξεμβούργο, η Ιλ­ντε­Φρανς (Παρίσι), οι Βρυξέλλες, η Ολλανδία και οι νοτιοδυτικές περιφέρειες της Γερμανίας, οι οποίες κινούνται στο 180% – 210% του ευρωπαϊκού μέσου όρου), ενώ στην Ανατολική́ και Νότια Ευρώπη οι μισθοί παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα από τον μέσο όρο και δεν ανταποκρίνονται στο ανερχόμενο κόστος διαβίωσης.

«Η διαχρονική ένταση των αποκλίσεων καταδεικνύει την παγίωση των ανισοτήτων και τη διαμόρφωση συνθηκών φτωχοποίησης για ένα μεγάλο τμήμα των ευρωπαϊκών περιφερειών», καταλήγει το ΚΕΠΕ.